Α. ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΕ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΓΧΩΡΙΟ ΕΠΙΠΕΔΟ.
1. Σε διεθνές επίπεδο οι εξελίξεις χρωματίζονται κυρίως από τις διάφορες εν εξελίξει ή διαφαινόμενες περιφερειακές συγκρούσεις που αναπτύσσονται (δεσπόζουσα αυτή στη Μέση Ανατολή), με τις επιλογές των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων συνεχώς να δημιουργούν νέα δεδομένα εχθρικά προς τους λαούς της περιοχής.
Οι εξελίξεις αυτές είναι αλληλένδετες και «ερμηνεύουν» μέχρι ενός σημείου τις ανακατατάξεις στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, με το ρόλο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού να είναι κεντρικός. Η εκτίμηση μας για την πολιτική στροφή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού σε μια πιο επιθετική μορφή διαχείρισης της κρίσης του παγκοσμίου καπιταλισμού και των ενδεχόμενων ρήξεων που γεννάει η μόνιμη πλέον παρουσία αστάθειας σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, επιβεβαιώνεται και αποτυπώνεται με σκληρό τρόπο από την εκλογή Trump και έπειτα. Η επιθετική πολιτική απέναντι σε όποια χώρα θεωρεί αντίπαλο (Βενεζουέλα, Β. Κορέα, Ιράν έχουν μπει στο στόχαστρο των ΗΠΑ) στοχεύει στη διατήρηση της ηγεμονίας του αμερικανικού ιμπεριαλισμού απέναντι σε στρατιωτικές και οικονομικές προκλήσεις που δέχεται την τελευταία 8ετία. Αποτελεί ουσιαστικά την απάντηση τόσο στην όλο και πιο ισχυρή οικονομία της Κίνας, όσο και απέναντι στην στρατιωτική και πολιτική ενίσχυση του ρωσικού ιμπεριαλισμού.
2. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και η αδυναμία περιγραφής ενός νέου υποδείγματος έχουν οδηγήσει το κεφάλαιο σε μία επιθετικότερη τακτική διαχείρισης της κρίσης. Τακτική που περιλαμβάνει αφενός σκληρά αντιλαϊκά μέτρα και καταστολή, όχι πλέον μόνο σε χώρες του Νότου (όπως η Ελλάδα), αλλά και σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης (όπως η Γαλλία). Η συνεχή καθοδική πορεία της οικονομίας Ε.Ε. και η αποτυχία αντιμετώπισής της με την παράταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης αποτελεί στοιχείο που επικαθορίζει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική κρίση και τις κεντρικές επιλογές της αστικής τάξης στο εσωτερικό της, αλλά και επιμέρους τακτικές κινήσεις σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Αυτή η κατάσταση πάντως φαίνεται να μην είναι αναστρέψιμη τουλάχιστον σε άμεσο χρονικό διάστημα λόγω της ειδικής θέσης της Ε.Ε και της ΟΝΕ στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα και την παγκόσμια οικονομία (όπως έχει περιγραφεί και στην Κεντρική Ολομέλεια). Στη δεδομένη συγκυρία, βασικό στοιχείο αποτελεί η πολιτική αμφισβήτηση του παραδοσιακού ευρωπαϊκού μοντέλου διαχείρισης από αντιδραστική μπάντα, λόγω της απουσίας μιας εναλλακτικής πολιτικής πρότασης από την Αντικαπιταλιστική Αριστερά. Έτσι το φαινόμενο ανόδου της ακροδεξιάς συνεχίζει να παρουσιάζεται σε μια σειρά χώρες με τελευταίο παράδειγμα τη Γερμανία και το αποτέλεσμα των εκλογών (αμφισβήτηση της Μέρκελ φανερή). Από την άλλη οι πολιτικές εξελίξεις που διαμορφώνονται γύρω από το πολυσυζητημένο ''παράνομο'' δημοψήφισμα στην Καταλονία είναι στοιχείο πολιτικής αμφισβήτησης της Ε.Ε και της ΟΝΕ, που αν και έχει θετικά χαρακτηριστικά ως προς τη επιθετική διείσδυση των μαζών στο πολιτικό σκηνικό δεν ξεφεύγει από μια νέου τύπου αντιδραστική διαχείριση της κρίσης που δεν θα αποτελέσει πραγματική διέξοδο για τα εργατολαϊκά στρώματα. Η διεθνιστική αλληλεγγύη στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών σε κάθε περίπτωση πρέπει να χαρακτηρίζει το πολιτικό λόγο της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς απέναντι και στις αυταρχικές κεντρικές επιλογές της Ε.Ε, της κυβέρνησης της Ισπανίας και του ΝΑΤΟ και να συνοδεύεται από ένα κομμουνιστικό λόγο.
3. Η διαμορφούμενη κατάσταση στην ευρωζώνη πιέζει σε ακόμα πιο επιθετική στάση το σύνολο της ΕΕ απέναντι στο ελληνικό ζήτημα. Καθώς οι δυνατότητες πολιτικών και οικονομικών παραχωρήσεων είναι ανύπαρκτες με το ασφυκτικό πλαίσιο που έχει δημιουργηθεί, η ελληνική αστική τάξη ψάχνει πολιτικά και κοινωνικά την τακτική που θα την βγάλει λιγότερο αποδυναμωμένη στα πλαίσια του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, λιγότερο υποβαθμισμένη με υλικούς όρους στο οικονομικό πεδίο λόγω των πιέσεων των δανειστών, ενώ τέλος σε τελική ανάλυση ο καθοριστικός παράγοντας παραμένει η ισχυροποίηση της θέσης της στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό πιέζοντας ακόμα περισσότερο τις λαϊκές τάξεις. Το φαινόμενο του εξωτερικού παράγοντα και οι ανάφλεξεις των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών δεν αφήνουν στο απυρόβλητο την Ελλάδα και με φλέγοντα ζητήματα (ΑΟΖ, πετρέλαια, αγωγοί κ.α) και τις εκάστοτε επιλογές των αστικών τάξεων να αποτελούν στοιχείο που χρήζει ανάλυσης και μελέτης από πλευράς μας.
4. Σε εγχώριο επίπεδο, η πολιτική συγκυρία χαρακτηρίζεται από το προχώρημα της επίθεσης κυβέρνησης-κεφαλαίου σύμφωνα με τις επιταγές της Ε.Ε και από τη σχετική σταθεροποίηση του ΣΥΡΙΖΑ ως καλύτερο σενάριο διακυβέρνησης. Η πρόσδεση της ελληνικής αστικής τάξης στην Ε.Ε δεν κλονίζεται εξαιτίας και μέσω της αυταρχικοποίησης και ενίσχυσης του καθεστώτος "εποπτείας" μέχρι το 2060 (με κοινούς Υπουργούς Οικονομικών για τις χώρες τις Ε.Ε) επιχειρείται να θωρακιστεί απέναντι σε όποιες φωνές φέρνουν στην επιφάνεια το ζήτημα του GREXIT (κυρίως από το εξωτερικό). Το ελληνικό κεφάλαιο είναι οργανικά προσδεδεμένο στο άρμα της Ε.Ε και της ΟΝΕ και η στρατηγική του αυτή επικαθορίζει τις τακτικές του κινήσεις. Η επίθεση που διεξάγεται από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνεχίζεται κανονικά με τα προαπαιτούμενα, τις αξιολογήσεις, τη συνεχή "εποπτεία" των θεσμών και το συνδικαλιστικό νόμοι, δείχνοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ευθυγραμίζεται σε όλα τα επίπεδα με την προώθηση των πιο αντιδραστικών νεοφιλελεύθερων τομών. Μετά τις πολιτικές νίκες που κατάφερε να πετύχει εις βάρος της εργασίας (νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό, δημοσιονομικός κόφτης, υπερταμείο ιδιωτικοποιήσεων, 3ο και 4ο μνημόνιο) πλέον περνάμε στην φάση της εφαρμογής. Το νέο τοπίο των εργασιακών σχέσεων στοχεύει στη διαμόρφωση ελκυστικού πεδίου για το κεφάλαιο, ώστε να προωθήσει και να επεκτείνει τη διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων μέσα από την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων και την εύρεση νέων πεδίων καπιταλιστικής κερδοφορίας. Στο κομμάτι αυτό η δεσπόζουσα για το κεφάλαιο είναι η αντιδραστικοποίση των σχέσεων εργασίας μέσα από την συμπίεση του εργατικού κόστους και την ένταση της εκμετάλευσης (αυτό βέβαια φτάνει μέχρι συγκεκριμένα όρια). Επομένως όσο το σχέδιο αυτό δε συνοδεύεται με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας τόσο το πρόβλημα του ελληνικού κεφαλαίου δεν θα επιλύεται.
5. Έχοντας ξεπεράσει τις αντιφάσεις του Γενάρη του 2015 η κυβέρνηση έχει τροποποιήσει σημαντικά τις κοινωνικές της συμμαχίες, απολαμβάνοντας την στήριξη κομματιών της εγχώριας αστικής τάξης (αναζητάει παράλληλα τη συμμαχία και με άλλα), αλλά και των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ στοχεύει στην μετατροπή του σε σταθερό εκπρόσωπο της αστικής τάξης, μετάλλαξη δηλαδή από τη λύση ανάγκης, μέσω της σύναψης σταθερών σχέσεων και όρων διείσδυσης στον κρατικό μηχανισμό και μέσω της εκπροσώπησης μερίδων που στοχεύουν στην ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού στην ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού κεφαλαίου (το δεύτερο φαίνεται πάντως να μην προχωράει και τόσο). Έτσι αυτό που αποδίδει μέχρι τώρα από πλευρά του είναι η διεκπεραίωση της επίθεσης των δυνάμεων του κεφαλαίου με την οικοδόμηση της ιδεολογίας της ανέφικτης εναλλακτικής ή του κράτους ιδεολογικής καταστολής και συναίνεσης, πάνω στην φιλανθρωπία της ακραίας φτώχειας. Είναι φανερό ότι με σκοπό να σταθεροποιηθεί το σχέδιο του, αφενός ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητά πολιτικές συμμαχίες με τα παραδοσιακά αστικά κόμματα και τα νέα δεκανίκια και αφετέρου αποσκοπεί στην σύναψη μιας πλατιάς κοινωνικής συμμαχίας ικανή να το διατηρήσει στη θέση του. Σε αυτή τη βάση επιχειρεί να εκπροσωπήσει μικροαστικά στρώματα και κομμάτια του δημοσίου στα οποία συνεχίζει να έχει μια κοινωνική απήχηση, αλλά και τα πιο εργατολαϊκά κομμάτια χρησιμοποιώντας εργαλειακά τα προγράμματα ανακύκλωσης της ανεργίας (Voucher, ΕΣΠΑ, ΟΑΕΔ κτλ). Η παραπάνω διεργασία σε συνεργασία με την επιτυχία εφαρμογής των προαπαιτούμενων είναι το δυνατό τέστ που καλείται να περάσει ο ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με τις αξιολογήσεις και τις ευλογίες της Ε.Ε.
6. Από την άλλη μεριά το μπλοκ του «διεθνοποιημένου» ελληνικού κεφαλαίου - που πολιτικά επιχειρούν να εκφράσουν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι (εντάσσεται και ένα μέρος του ιστορικού πολιτικού πυρήνα του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ) συνεχίζει να αποτελεί το κύριο πολιτικό εκφραστή της αστικής τάξης της Ελλάδας που είναι σκληρά προσδεδεμένο στο άρμα του νεοφιλελευθερισμού. Έτσι αν και ο ΣΥΡΙΖΑ τη δεδομένη χρονική στιγμή είναι ο καλύτερος πολιτικός υπηρέτης από όλες τις απόψεις, το πολιτικό μπλοκ που επέβαλε τα μνημόνια ανασυγκροτείται προετοιμάζεται για τις επόμενες εκλογές και οποιοδήποτε σενάριο προκύψει.
7. Ο συσχετισμός δύναμης έχει τροποποιηθεί σημαντικά κατά των μερίδων της εργασίας. Παρά την όξυνση της ολομέτωπης επίθεσης από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και διατήρηση του ρήγματος σε επίπεδο κοινωνικών εκπροσωπήσεων που χαρακτηρίζει τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό με έντονο τρόπο τα χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τα πληττόμενα λαϊκά στρώματα που βρίσκονται στο πυρήνα της επίθεσης δεν εκφράζουν με μαζικούς όρους και ξεκάθαρο τρόπο την αμφισβήτηση τους στις πολιτικές που εφαρμόζονται. Έτσι κομμάτια της πληττόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας έστω και με στρεβλό τρόπο συνεχίζουν να προσδένονται στο άρμα των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, περισσότερο με όρους ιδεολογικής υποταγής στο TINA παρά σε μια στέρεα βάση εκπροσώπησης των συμφερόντων τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι κρίσιμο το επόμενο διάστημα η παραγωγή πολιτικής ώστε η άμορφη κοινωνική αγανάκτηση και διαμαρτυρία απέναντι στην κυβέρνηση να μεταφραστεί σε ανοιχτή ρήξη αποκτώντας κοινωνική και πολιτική έκφραση με ανατρεπτικά χαρακτηριστικά. Σε αυτήν την κατεύθυνση και παρά τις ταλαντεύσεις ακόμα και στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παλεύουμε το αίτημα ανατροπής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και της αντιλαϊκής πολιτικής της καθώς και το αίτημα της αντικαπιταλιστικής εξόδου από την ΕΕ, να γίνει αίτημα του αγωνιζόμενου κινήματος, της εργατικής τάξης και της άγρια πληττόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας.
8. Σε μια συγκυρία λοιπόν που οι αμυντικοί αγώνες που ξεσπάνε πρέπει να αναβαθμιστούν πολιτικά και να περάσουν στην επιθετική διεκδίκηση των αιτημάτων οι γραμμές στην αριστερά κρίνονται ανεπαρκείς. Το ΚΚΕ παρότι έχει αναφορά σε σημαντικές μερίδες εργαζομένων (σε σχέση με τις υπόλοιπες δυνάμεις της αριστεράς) διολισθαίνει σε μια πολιτική κατεύθυνση που μετατοπίζει τον πολιτικό στόχο της ανατροπής και τα αιτήματα πολιτικής πάλης στο αύριο. Αναβαθμίζει την πολιτική «διακήρυξη» της λαϊκής εξουσίας αποσυνδέοντάς την από αντικυβερνητικούς, αντιΕΕ πολιτικούς στόχους στο εργατικό κίνημα (ενδεικτική η στάση που κράτησε στο ασφαλιστικό). Πολύ περισσότερο έχει πλέον ξεκάθαρα αποκρυσταλλώσει μια αυτοαναιρούμενη πολιτική γραμμή που μπορεί κομβικά να συμπυκνωθεί στο «πρώτα λαϊκή εξουσία, μετά σύγκρουση και έξοδος από ΕΕ». Από την άλλη η ΛΑΕ πέρα από τις προγραμματική ασάφεια και διστακτικότητα σε σχέση με την έξοδο από την ΕΕ μέχρι τώρα παραμένει κομμάτι του κυβερνητικού συνδικαλισμού και συμβάλει καθοριστικά (βλ. μηχανικούς και αναδρομικές εισφορές, περ. Αττικής ή ψήφο στην ΠΑΣΚΕ στους εκπαιδευτικούς της Θεσαλλονίκης) στην εφαρμογή μνημονιακών επιταγών και αναδιαρθρώσεων, βάζοντας αναχώματα στην ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και διεκδικώντας μέσα από ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης να μεγαλώσει η πίττα πρώτα και μετά να κερδίσουν οι εργαζόμενοι.
9. Η αντικαπιταλιστική αριστερά αδιαμφισβήτητα διαπερνάται από αδυναμίες και ανεπάρκειες που πρέπει να υπερκεράσει για να εκπληρώσει τα πολιτικά της καθήκοντα, να φανεί κοινωνικά και πολιτικά χρήσιμη και αναγκαία. Στόχος για το επόμενο διάστημα είναι η αναβάθμιση των κοινωνικών και πολιτικών πρακτικών και η ενδυνάμωση ενός πολιτικού ρεύματος με αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά που θα μπορέσει να παίξει καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις. Σε αυτό δεν μπορεί να συμβάλει ούτε ο αναχωρητισμός του ΚΚΕ ούτε η γραμμή των διαταξικών αντιμνημονιακών μετώπων της ΛΑΕ. Αντίθετα η συγκρότηση με σοβαρούς όρους του αντικαπιταλιστικού πόλου, η προώθηση της συζήτησης για το φορέα και την εργατολαϊκή συμμαχία φιλοδοξεί να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα δυναμώνοντας την πολιτική δουλειά, φέρνοντας στο προσκήνιο κοινωνικές και πολιτικές πρακτικές που μπορούν να συσπειρώσουν, να εκφράσουν, να ριζοσπαστικοποιήσουν τις αναδυόμενες κοινωνικές δυναμικές σε ανατρεπτική πολιτική κατεύθυνση. Η συμβολή της ΑΡΙΣ σε αυτή την κατεύθυνση είναι καθοριστική και περνάει μέσα από την ίδια την πολιτική και οργανωτική μας αναβάθμιση σύμφωνα με τα όσα περιγράφτηκαν και στις Κεντρικές μας Ολομέλειες.
10. Η ειδική θέση της νεολαίας στη δεδομένη πολιτική συγκυρία, τα χαρακτηριστικά της στο σήμερα, ο πολυκατακερματισμός της, οι αδυναμίες και οι δυνατότητες της περιόδου περιγράφηκαν στην 5η Φοιτητική Ολομέλεια, στις Κεντρικές μας Ολομέλειες και στη κουβέντα του κάμπινγκ «ΤΟ ΝΕΟ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΕ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΡΗΜΟ» επομένως δεν θα επαναληφθούν στο κομμάτι της απόφασης. Στην παρούσα απόφαση αναφερόμαστε στα ζητήματα της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης, του Φοιτητικού Συνδικαλισμού, της πολιτικής μας Πρότασης για τους Φοιτητικούς Συλλόγους και τα ΕΑΑΚ.
Β. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ.
11. Στην περιγεγραμμένη αναδιάρθρωση και αντιδραστικοποίηση των παραγωγικών σχέσεων, το κεφάλαιο δεν μπορεί παρά να εναρμονίσει τις μεταβολές που έχει επιτελέσει στη σφαίρα της παραγωγής με σφαίρα της αναπαραγωγής. Κύρια πλευρά της εκπαίδευσης είναι να αναπαράξει τους φορείς των διαφορετικών κοινωνικών πρακτικών και να τους προσανατολίσει σύμφωνα με τις ανάγκες του καπιταλιστικού συστήματος, στις θέσεις που παράγει και αναπαράγει ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας. Πέρα όμως από την κατανομή των ροών στην παραγωγή, βασική όψη του εκπαιδευτικού μηχανισμού είναι και η διαμόρφωση κοινωνικών ρόλων και όχι απλώς η απόδοση τεχνικών δεξιοτήτων. Η διαμόρφωση των χαρακτηριστικών της νεολαίας, των προς ένταξη φορέων δηλαδή, θα πρέπει σήμερα να συμβαδίζει με την αντιδραστική μετάλλαξη των εργασιακών σχέσεων και συνεπώς με τα χαρακτηριστικά του εργαζόμενου στα χρόνια των μνημονίων. Επομένως το νέο μοντέλο του πειθαρχημένου φοιτητή που «θα τελειώνει στην ώρα του» και θα γίνεται πιο «ανταγωνιστικός» αναζητώντας προσόντα, είναι απαραίτητο για την περαιτέρω μετάλλαξη των εργασιακών σχέσεων αλλά και για την παγίωση των νέων μορφών ελαστικής απασχόλησης που πλέον αποτελούν τον κανόνα και όχι την εξαίρεση συνολικά για τη νεολαία.
12. Η κρίση επάγει πολλαπλές πιέσεις στον τρόπο με τον οποίο δομείται η παραγωγική ιεραρχία, πράγμα που φαίνεται τόσο με την προλεταριοποίηση στρωμάτων, όσο και με τα υψηλά ποσοστά ανεργίας ενός δυναμικού που αν και καταρτισμένο δεν μπορεί να απορροφηθεί στην παραγωγή. Η κατάσταση αυτή που διαμορφώνεται από την αρχή της κρίσης και βαθαίνει στο προχώρημά της έρχεται σε αντίφαση με την εκπαίδευση ως μηχανισμό κατάρτισης των υπό ένταξη φορέων στην παραγωγή. Πιο συγκεκριμένα, το εκπαιδευτικό μοντέλο στην Ελλάδα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του (9χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, μαζικότατες εισροές και εκροές από την τριτοβάθμια εκπαίδευση) διαμορφώθηκε σε μία συγκεκριμένη φάση του ελληνικού καπιταλισμού, όπου η μαζική κατάρτιση φορέων μέσα από την τριτοβάθμια αποτελούσε προϋπόθεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Στη φάση εκείνη η κατανομή των φορέων σε θέσεις στην παραγωγή γινόταν με ένα σχετικά ομαλό τρόπο.
13. Ωστόσο, σήμερα, υπό το βάρος της κρίσης, αποτελεί επιδίωξη των αστικών επιτελείων η προσαρμογή της εκπαίδευσης στα δεδομένα που επιτάσσονται από τη σφαίρα της παραγωγής. Το αναδιαρθρωτικό εγχείρημα περιγράφει ένα μοντέλο αντιστροφής της αναλογίας του «70% είσοδος στην τριτοβάθμια και 30% είσοδος σε δομές μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» σε 30% είσοδος στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και 70% σε δομές μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης». Η κατεύθυνση αυτή δεν εκτιμάται ότι πρόκειται να υλοποιηθεί άμεσα. Άλλωστε κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται και από τον αριθμό των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που τα τελευταία χρόνια παραμένει σε σταθερά επίπεδα. Ωστόσο, η επιταγή αυτή χρειάζεται να υλοποιηθεί αφενός προκειμένου να αποσυμπιεστεί όλη αυτή η μάζα νέων ανέργων πτυχιούχων που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί με άμεσο τρόπο στην παραγωγή -στο βαθμό που δεν έχει βρεθεί κάποιος τρόπος για την υπέρβαση της κρίσης- και αφετέρου για να ευθυγραμμιστούν οι υπό ένταξη φορείς με τη θέση που θα καταλάβουν στη συμπιεσμένη λόγω κρίσης παραγωγική ιεραρχία.
14. Η κατάρρευση του μοντέλου αναπαραγωγής δεξιοτήτων, σε συνδυασμό με τις ραγδαίες αλλαγές στις παραγωγικές σχέσεις στην Ελλάδα, την διάρρηξη κοινωνικών συμβολαίων και την αδυναμία του ίδιου του ελληνικού κεφαλαίου να οργανώσει εκ νέου το παραγωγικό-τεχνολογικό υπόδειγμα, διαμορφώνει μια νέα κατάσταση για το χώρο της Εκπαίδευσης. Η συνθήκη της Bologna που αποτελεί βασικό πυλώνα των επιμέρους αναδιαρθρώσεων αποτελεί το μοντέλο που επιχειρείται να εφαρμοστεί στην Ελλάδα και να αντικαταστήσει το παραδοσιακό μοντέλο που δομήθηκε ο χώρος της Εκπαίδευσης. Οι κοινωνικές αντιστάσεις, οι επιμέρους διαφοροποιήσεις ακόμα και από το καθηγητικό μπλοκ που αποτελούν τους πολιτικούς εφαρμοστές της στα πανεπιστήμια (λόγω συντεχνιών-επαγγελματικά δικαιώματα-ερευνητικά προγράμματα), σε συνδυασμό με την ίδια την αποτυχία του μοντέλου σε χώρες που εφαρμόστηκε, έχουν εμποδίσει την εφαρμογή της. Ωστόσο είναι εμφανές τόσο από τα ψηφισμένα νομοσχέδια του Υπουργείου Παιδείας, αλλά και την τοποθέτηση του καθηγητικού μπλοκ ότι αποτελεί στόχο να εφαρμοστεί κατά γράμμα και στην Ελλάδα.
15. Κυρίαρχη στρατηγική του αστισμού αποτελεί αυτή τη στιγμή η περαιτέρω εμβάθυνση των καπιταλιστικών σχεδίων για το χώρο της νεολαίας και της εκπαίδευσης, με τη δημιουργία ενός ακόμα πιο ακραίου πλαισίου λειτουργίας και εργασίας, το οποίο θα είναι σε θέση να εμπεδώσει στη νεολαία με πιο αποτελεσματικό τρόπο τα αστικά ιδεολογήματα (επιχειρηματικότητα, ευελιξία, δια βίου μάθηση, ανταποδοτικότητα, αξιολόγηση, ανταγωνιστικότητα), αλλά και να την οδηγήσει στη συρρικνωμένη υλική πραγματικότητα της εποχής της οικονομικής κρίσης. Σ' αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχωράει και βαθαίνει την επίθεση που διεξάγει και αυτό αποτυπώνεται και με όρους τομών και στο κομμάτι της εκπαίδευσης με το νέο νομοσχέδιο για τη τριτοβάθμια. Το νέο νομοσχέδιο φαίνεται πως αποτελεί συνέχιση του νόμου 4009 και υλοποίηση κόμβων του, με κυρίαρχη στόχευση την εξισορρόπηση των εισροών-εκροών στην εκπαίδευση δημιουργώντας τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις ήδη από το λύκειο έως και την Τριτοβάθμια. Έτσι, οι αλλαγές οι οποίες φέρει δεν πρέπει να ιδώνονται αποκομμένα, αλλά διαλεκτικά με την παραπάνω στόχευση και υπό το πρίσμα του υπεδάφους που στρώνεται για βαθύτερες αλλαγές και αναδιαρθρώσεις με γνώμονα και τις προτάσεις του ΟΟΣΑ ''ΠΑΙΔΕΙΑ 2020''.
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ.
16. Σε ότι αφορά πιο συγκεκριμένα την τριτοβάθμια, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως η αναδιάρθρωση ήδη προχωρούσε και βάθαινε -ναι μεν με διαφορετικές ταχύτητες, αλλά πανελλαδικά αυτό διαμόρφωνε έναν πιο αρνητικό συσχετισμό για το φοιτητικό κίνημα. Έτσι, πριν ακόμη την ψήφιση του νέου νομοσχεδίου, πολλές ρυθμίσεις που αυτό περιέχει αποτελούσαν ήδη πραγματικότητα σε επιμέρους σχολές (βλ. διετή προγράμματα δια βίου, παράλληλα προγράμματα σπουδών όπως αυτά για την απόκτηση του Π.Π.Δ.Ε., δίδακτρα στα μεταπτυχιακά κτλ), ενώ η φοιτητιώσα νεολαία φαίνεται από καιρό να έχει ενσωματώσει τομές του νομοσχεδίου (πχ. επανακατάρτιση, άσυλο, κτλ). Έτσι, το νομοσχέδιο και οι κατευθύνσεις που βάζει έρχονται σ' ένα βαθμό να οξύνουν την κατάσταση, αλλά περισσότερο να τη νομιμοποιήσουν φέρνοντας ένα βήμα πιο κοντά τους φοιτητές στη διαμορφωμένη εργασιακή πραγματικότητα.
17. Πιο συγκεκριμένα, στο νομοσχέδιο επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις για τις κατευθύνσεις που είχαμε ήδη πριν την ψήφισή του. Κομβικά, οι κυρίαρχοι άξονες του νομοσχεδίου που αφορούν την τριτοβάθμια συμπυκνώνονται : στην αναβάθμιση της δια βίου εκπαίδευσης, τη λειτουργία των ΚΕΔΙΒΙΜ και του ρόλου των δια βίου προγραμμάτων, στο ρόλο των μεταπτυχιακών και την εισαγωγή διδάκτρων, στη συνεχιζόμενη υποχρηματοδότηση και στο πεδίο της έρευνας και των επενδύσεων. Παράλληλα, πέρασαν αλλαγές τόσο σε σχέση με τα όργανα διοίκησης και την αυτονομία των ιδρυμάτων, χωρίς βέβαια να προχωράνε στην απευθείας απόδοση υπερεξουσιών στα όργανα διοιήκησης των ιδρυμάτων, αλλά στη σχετική οριοθέτηση τους κάτω από ένα εκσυγχρονιστικό πέπλο ψηλαφώντας νέες ισορροπίες μεταξύ του καθηγητικού στρώματος, των Συγκλήτων και του Υπουργείου (Φοιτητική Συμμετοχή στη Σύγκλητο και τα τμήματα, 3 φοιτητές στη Σύγκλητο). Στην εφαρμογή των παραπάνω μπορεί να συμβάλει η συγκρότηση Οργανισμών και η αλλαγή των εσωτερικών Κανονισμών Λειτουργίας που συμπεριλαμβάνεται σαν στόχος στο εν λόγω νομοσχέδιο. Το τελευταίο πάντως θέτει ξανά στο προσκήνιο το κομμάτι του Ενιαίου Ψηφοδελτίου ιδιαίτερα από την πλευρά της ΔΑΠ.
18. Αρχικά, αποτελεί πάγια κατεύθυνση της αναδιαρθρωτικής κίνησης η ευθυγράμμιση των τίτλων σπουδών που παρέχουν τα ιδρύματα με το ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων. Τα πτυχία τα οποία έδινε το ελληνικό πανεπιστήμιο ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες ενιαία και ισχυρά (ενιαία γιατί ο κύκλος σπουδών ήταν αδιάσπαστος 4 ή 5 χρόνια και ισχυρά γιατί είχαν ανταπόκριση στην αγορά εργασίας και κατένειμαν τους αποφοίτους σε θέσεις στην παραγωγή με βάση τα επαγγελματικά δικαιώματα που στοιχίζονταν σε αυτά). Ωστόσο, με το βάθεμα της οικονομικής κρίσης, τον πέλεκυ της ανεργίας και την κυκλικότητά της (καθώς η όποια μείωση των δεικτών της ανεργίας είναι πλασματική και οφείλεται στα διάφορα προγράμματα παροχής προσωρινής απασχόλησης), τη συμπίεση των στρωμάτων προς τα κάτω και την κατά συνέπεια όξυνση της κατανεμητικής αστάθειας του εκπαιδευτικού μηχανισμού, τα πτυχία έπαψαν παρότι ενιαία να είναι και ισχυρά. Από τη στιγμή, που η αξία του πτυχίου στην αγορά εργασίας καταλήγει μηδαμινή, ο απόφοιτος θεωρεί αναγκαιότητα το να κυνηγήσει μια σειρά σεμιναρίων και προγραμμάτων που επί πληρωμή τις περισσότερες φορές θα του πιστοποιούν δεξιότητες και θα τον επανακαταρτίζουν επί του αντικειμένου του. Η κίνηση αυτή είναι απόρροια της ενιαίας περιγραφής μιας ατομικής και κανιβαλιστικής προοπτικής για τον απόφοιτο από τον αστικό συνασπισμό εξουσίας, καθώς πριμοδοτείται η δια βίου εκπαίδευση, στα πλαίσια συγκρότησης ενός ανταγωνιστικού ατομικού φακέλου προσόντων.
19. Πάνω σ' αυτή την κατάσταση πατάει το Υπουργείο και, με το νέο νομοσχέδιο, δίνει τη δυνατότητα στα πανεπιστήμια να επεκτείνουν και -όπου δεν υπάρχουν- να ιδρύουν παράλληλες εκπαιδευτικές δομές, τα Κέντρα Διά Βίου Μάθησης (ΚΕ.ΔΙ.ΒΙΜ.). Βασικό σημείο διαφοροποίησης το γεγονός ότι αποτελεί στόχο η ίδρυση ΚΕΔΙΒΙΜ μέσα στα ιδρύματα με τον Αντιπρύτανη να είναι Πρόεδρός τους. Τα προγράμματα αυτά, που είχαν αρχικά εμφανιστεί το 2011 με το νόμο 4009, στο σήμερα ήδη έχουν αυξηθεί με γεωμετρικούς ρυθμούς και εντοπίζονται σε κάθε σχολή (βλ. στο ΑΠΘ, το διάστημα 2010-15 προκηρύχθηκαν 78 προγράμματα εκ των οποίων υλοποιήθηκαν τα 33, ενώ μόνο το 2017 έχουν γίνει 30 προκηρύξεις, ενώ στο ΕΚΠΑ το e-learning του Κέντρου Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης και Δια Βίου Μάθησης τρέχει πάνω από 200 προγράμματα επανακατάρτισης), ενώ φαίνεται να έχουν νομιμοποιηθεί στη συνείδηση φοιτητών και αποφοίτων. Η ύπαρξη και αναβάθμιση των παράλληλων αυτών δομών, υπό την κάλυψη της παροχής επιπρόσθετης γνώσης, δρα ανταγωνιστικά με το βασικό κύκλο σπουδών και το ίδιο το πτυχίο. Όχι μόνο μειώνουν την αξία του τελευταίου στην αγορά εργασίας, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό που επικρατεί (παίρνει τη μορφή της προσπάθειας παρακολούθησης των περισσότερων διά βίου- τα οποία είναι επί πληρωμή-), αλλά μπορεί να συνδέονται ευθέως με την απόκτηση ορισμένων επαγγελματικών δικαιωμάτων, τα οποία αποστερούνται από τα πτυχία (πχ παιδαγωγική επάρκεια). Λειτουργούνται από τους καθηγητές, οι οποίοι έχουν χρηματικό όφελος , ενώ μέρος των χρημάτων μπορεί να χρησιμοποιείται για την κάλυψη των αναγκών που δημιουργεί στα ιδρύματα η υποχρηματοδότηση.
20. Η παραπάνω κατεύθυνση, έρχεται συνδυαστικά με την κίνηση αποστέρησης των επαγγελματικών δικαιωμάτων και τη μεταφορά τους έξω από το πτυχίο, σε μεταπτυχιακούς κύκλους (τα αρμόδια Υπουργεία προετοιμάζουν σχέδιο πρότασης για αυτό). Τα μεταπτυχιακά αποτελούν κόμβο του νέου νομοσχεδίου, καθώς πατούν πάνω σε μια ήδη διαμορφωμένη πραγματικότητα που ο φοιτητής έχει ήδη δρομολογήσει τη συνέχεια του πρώτου κύκλου σπουδών πριν καν μπει στο πανεπιστήμιο, αντιμετωπίζοντάς τον σαν ένα ενδιάμεσο στάδιο. Μ' αυτόν τον τρόπο, οι απόφοιτοι οδηγούνται συνεχώς σε νέες ανώτερες βαθμίδες της εκπαίδευσης, λόγω της συνεχούς εισαγωγής φίλτρων για την εύρεση εργασίας. Η πρόβλεψη του νέου νομοσχεδίου που μιλά για εισαγωγή διδάκτρων στα μεταπτυχιακά χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, από τη στιγμή που αρχικά θίγει το δικαίωμα στη δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση που είχε κατακτηθεί από τα στρώματα της εργασίας έναντι του συνασπισμού εξουσίας και από την άλλη ανοίγει το δρόμο για την εισαγωγή διδάκτρων στον πρώτο κύκλο.
21. Πρέπει, ωστόσο, στο σημείο αυτό να κάνουμε μία παρατήρηση για το πώς ανοίγεται το ζήτημα αυτό στους κόλπους των ΕΑΑΚ. Αφενός, υπάρχει μία γραμμή που βάζει ως προμετωπίδα, το αίτημα για «ελεύθερη πρόσβαση στα μεταπτυχιακά» στα πλαίσια μιας ανάλυσης των ταξικών φραγμών για τα παιδιά των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων και του αποκλεισμού τους από το δικαίωμα στη μόρφωση. Προφανώς η εισαγωγή διδάκτρων στα μεταπτυχιακά δεν μας αφήνει αδιάφορους, αλλά πολύ περισσότερο επιλέγουμε να ιεραρχήσουμε διαφορετικά την αιτηματολογία μας. Η κίνηση του Υπουργείου που είχαμε αναγνώσει ως κυρίαρχη τάση ένα προηγούμενο διάστημα, για την αποστέρηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων από τα πτυχία μας και την μεταφορά του ως πιστοποιητικά σε άλλους κύκλους σπουδών, ορίζει για μας ως την αναγκαιότητα να θέσουμε πρωτεύον το αίτημα «όλα τα δικαιώματα στο πτυχίο» , ώστε κανένας συνάδελφος να μην χρειάζεται να ανατρέξει σ' αυτούς τους κύκλους για να πάρει τα επαγγελματικά του δικαιώματα. Το αίτημα, λοιπόν, για «ελεύθερη πρόσβαση στα μεταπτυχιακά» πολύ περισσότερο ενσωματώνει και αποδέχεται στην κατεύθυνση της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης και δεν μπορεί να συγκροτήσει μπλοκ για το σταμάτημά της. Από την άλλη, αδυνατεί να απαντήσει επίσης και στους ίδιους τους πρυτάνεις και στην επιλογή τους να ασκήσουν «κοινωνική πολιτική». Οι πρυτάνεις συγκρότησαν προτάσεις που αποτυπώνονται και στο νέο νομοσχέδιο, για την δωρεάν είσοδο των εισοδηματικά χαμηλότερων κατηγοριών στα μεταπτυχιακά, με αντάλλαγμα ανταποδοτική εργασία των μεταπτυχιακών φοιτητών σε υπηρεσίες ακαδημαϊκού περιεχομένου. Έτσι, αποτελούν αυτούς που «δεν αποκλείουν κανέναν, αλλά δίνουν ίσες ευκαιρίες σε όλους». Η επιδίωξη όμως αυτή, πέρα από το επικοινωνιακό του πράγματος, κυρίαρχα έχει να κάνει με την κάλυψη θέσεων διδακτικού και διοικητικού προσωπικού και με την παγίωση χειρότερων σχέσεων εργασίας μέσα στο πανεπιστήμιο.
22. Η υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης θα συνεχίσει αμείωτη, λειτουργώντας ως μοχλός πίεσης για την τάση αυτονόμησης της τριτοβάθμιας από την κρατική χρηματοδότηση και την περαιτέρω εμπέδωση της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης στα ΑΕΙ. Η σταδιακή απομάκρυνση του κράτους από την ανάληψη αυτής της λειτουργίας και η διείσδυση άλλων πόρων και κεφαλαίων είναι και αυτή όψη άρσης του κοινωνικού συμβολαίου. Η υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων πιέζει ήδη ασφυκτικά το καθηγητικό σώμα και τις πρυτανείες να επιταγχύνουν την εφαρμογή των αναδιαρθρώσεων και να ευθυγραμμιστούν γρηγορότερα με τα πορίσματα των αξιολογήσεων και τις δυνατότητες αύξησης της ανταγωνιστικότητας τομέων και τμημάτων, ποντάροντας την επιβίωσή τους (αύξηση και προσέλκυση κονδυλίων για έρευνα, δίδακτρα στα μεταπτυχιακά) μέσα από την μεταφορά των αδιεξόδων της κρίσης στις πλάτες του φοιτητικού σώματος (διασπάσεις των κύκλων σπουδών, εισαγωγή ανταποδοτικών κριτηρίων, δίδακτρα, πληρωμή αναλώσιμων και βιβλίων). Το σύνθημα «αύξηση της χρηματοδότησης» δεν πρέπει να το βλέπουμε ψεκομμένα από την αντιαναδιαρθρωτική πάλη και τη σύγκρουση με το καθηγητικό στρώμα, το Υπουργείο, την κυβέρνηση και την Ε.Ε. Το ''λεφτά για τη Παιδεία'' και τελεία, δε μπορεί να αποτελεί γραμμή απάντησης στα αδιέξοδα της κρίσης και το βάθεμα της αναδιάρθρωσης, καθώς παραγνωρίζει όχι μόνο τη λειτουργία που επιτελεί για την μεταβολή του συσχετισμού αλλά και το ρόλο του καθηγητικού σώματος, αφήνοντας ανοιχτά τα ενδεχόμενα συμμαχιών με τους τελευταίους. Οι αλλαγές στο κομμάτι του ΕΛΚΕ αφορούν την κατάργηση της επιτροπής ερευνών και την υπαγωγή της Συγκλήτου σε ευρύτερο σώμα διαχείρισής τους (στο οποίο θα έχει και μέλη επιχειρήσεων), με τη Σύγκλητο ωστόσο να διατηρεί τον τελικό λόγο, σχηματοποιεί μια πρώτη κουβέντα σχετικά με το πώς θα αναζητήσουν νέους πόρους τα ιδρύματα από εξωτερικούς φορείς.
23. Σε ότι αφορά την επιλογή του κεφαλαίου για την επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία, αυτό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την προσπάθεια του να αναβαθμίσει προοπτικά το ρόλο του στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα (προοπτικά, καθώς σε αυτή τη φάση και ελλείψει ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος δεν υπάρχει ουσιαστική αναβάθμιση αλλά δημιουργία προϋποθέσεων για μια αναβάθμιση αργότερα, όταν το νέο υπόδειγμα θα έχει βρεθεί και αυτή θα είναι δυνατή). Η προσπάθειά του αυτή πέρα από την αναβάθμιση της οργάνωσης της εργασίας (καταμερισμός, βλέπε αναδιαρθρώσεις στις εργασιακές σχέσεις,κλπ) έχει όψεις και στην εκπαίδευση μέσω της χρηματοδότησης από πλευράς εταιρειών της Πανεπιστημιακής έρευνας, με ταυτόχρονη αναδιαμόρφωση των χαρακτηριστικών της έρευνας αυτής ώστε να ανταποκρίνονται περισσότερο στις συνθήκες της παραγωγής, αξιοποιώντας παράλληλα το ερευνητικό δυναμικό και τα ενδεχόμενα παραγόμενα αποτελέσματα.
24. Τελευταία πτυχή του νέου νομοσχεδίου που έχει απασχολήσει τόσο το δημόσιο λόγο, όσο και μια κουβέντα στο εσωτερικό των πανεπιστημίων είναι το Άσυλο. Ο συσχετισμός δύναμης εντός του Ασύλου όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια με την κινηματική νηνεμία, την απουσία γενικών συνελεύσεων και την υποχώρηση των συνδικαλιστικών πρακτικών, γέρνει αντίστροφα από τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας των ιδρυμάτων. Ακόμη και η εσκεμμένη είσοδος του ναρκεμπορίου (βλ. χαρακτηριστική είναι η κατάσταση στο ΑΠΘ) και η είσοδος της ασφάλειας και του Μπέου στο Πανεπιστήμιο Βόλου, αποτελεί κίνηση απονομιμοποίησης και στοχοποίησής του. Ωστόσο, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως όσο κι αν η αριστερά αναγνωρίζει βαθιές τομές με τη διάταξη που περιγράφει την καταπάτηση του ακόμη και σε περίπτωση πλημμελήματος και όχι με ομόφωνη απόφαση, ή ακόμη και με την ευθεία πρόσκληση του εισαγγελέα και των ΜΑΤ, οι κινήσεις για την επανανοηματοδότηση του περνούν μέσα από ένα σχέδιο ανασυγκρότησης του φοιτητικού συνδικαλισμού και την αναζωπύρωση των διαδικασιών των συλλόγων σε αγωνιστική κατεύθυνση.
25. Τέλος η αναφορά στην ίδρυση και συγχώνευση νέων σχολών και τμημάτων υπάρχει σαν ενδεχόμενο στο σχέδιο Γαβρόγλου, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται ένα οργανωμένο σχέδιο συγχωνεύσεων σχολών και τμημάτων όπως συνέβαινε επί σχεδίου Αθηνά. Το σχέδιο συγχώνευσης ΤΕΙ Αθήνας-ΤΕΙ Πειραιά αποτελεί όψη αυτού του σχεδίου.
ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ, ΜΕΤΑΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΚΑΙ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ.
26. Σε αυτή τη βάση, και επειδή η αναδιάρθρωση δεν υλοποιείται «μονοκόμματα» μέσω ενός νομοσχεδίου και μόνο, εκτιμάται πως βήματα προς αυτή την κατεύθυνση γίνονται ήδη μέσα από αναδιαρθρώσεις που αφορούν τη δευτεροβάθμια και τη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση. Όσον αφορά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το τριετές σχέδιο αναμόρφωσης όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων του Γαβρόγλου συντείνει προς αυτή την κατεύθυνση. Οι εξαγγελίες για το Νέο Λύκειο με τις διπλές πανελλαδικού τύπου εξετάσεις και την εκπόνηση εργασιών δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο που προωθεί το «αέναο κυνήγι» των βαθμών μέσω ατομικών διαδρομών και προγραμμάτων σπουδών και ευελιξίας. Η επιλογή διαφορετικών μαθημάτων από τους μαθητές και η πραγματοποίηση διπλωματικών εργασιών αποτελούν πρώτες κινήσεις που απαντούν στην εφαρμογή του Ατομικού Φακέλου Προσόντων ήδη από το σχολείο. Παράλληλα, η επαναφορά της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων προοικονομεί νέο γύρο συγχωνεύσεων και απολύσεων, για μία πιο σκληρή πρόσδεση του δημόσιου σχολείου στις επιταγές των μνημονίων και του ΟΟΣΑ. Τέλος η κουβέντα γύρω από τη διδακτέα ύλη και η σκέψη για να γίνουν μαθήματα επιλογής βασικά μαθήματα όπως η Χημεία και να παραμείνουν σαν υποχρεωτικάτα Θρησκευτικά, ξεδιπλώνουν τη βαθιά συντηρητικοποιήση του εκπαιδευτικού μηχανισμού που δεν τροποποιείται με το νόμο Γαβρόγλου.
27. Σημαντικό ωστόσο είναι το γεγονός ότι οι σχεδιασμοί και οι αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας, με τη θεσμοθέτηση της Εθνικής Επιτροπής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και της αντίστοιχης Τεχνικής Επιτροπής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, με την συμμετοχή πολιτικών και διοικητικών στελεχών των Υπουργείων Παιδείας, Εργασίας και του ΟΑΕΔ, δείχνουν την κατεύθυνση των επιλογών κυβέρνησης-Ε.Ε. για την εφαρμογή συστημάτων μάθησης με βάση την εργασία (συστήματα μαθητείας) για τους μαθητές του Λυκείου. Η εφαρμογή αυτών των επιλογών επιτάσσει την μετατόπιση μεγάλου μέρους των μαθητών απ' τη λυκειακή βαθμίδα σε συστήματα κατάρτισης με βάση την μαθητεία. Η μαθητεία διεξάγεται κατά το 4ο προαιρετικό έτος μαθητείας των ΕΠΑΛ, μετά το πέρας της Β΄ τάξης των ΣΕΚ και μετά το πέρας του 4ου εξαμήνου στα ΙΕΚ. Χωρίζεται σε θεωρητικό-εργαστηριακό μέρος που θα γίνεται στην Εκπαιδευτική Δομή και στο πρακτικό μέρος που θα γίνεται στην επιχείρηση ή σε δημόσιο φορέα που προσέφερε τη θέση μαθητείας. Ο κάθε μαθητευόμενος αμείβεται με το 75% του βασικού μισθού του ανειδίκευτου εργάτη. Ουσιαστικά, δεν προσλαμβάνεται ως κανονική εργασία που αξιώνει πλήρη μισθό και δικαιώματα, αλλά χρησιμοποιείται ως μοχλός εκμετάλλευσης του νέου εργατικού δυναμικού, το οποίο υποχρεώνεται μέσα από την κατάρτισή του να προσφέρει φθηνή εργασία που αμείβεται με τον υποκατώτατο μισθό..
28. Τα παραπάνω ξεδιπλώνουν τις πιο ολοκληρωμένες προσπάθειες που γίνονται για τη σκληρότερη σχηματοποίηση του ενδιάμεσου χώρου που βρίσκεται ανάμεσα στις καθιερωμένες βαθμίδες της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που ωστόσο παρουσιάζουν αντιφάσεις (βλ. π.χ. υπολειτουργία ΕΠΑΛ, υποστελέχωση, περιορισμένες ειδικότητες ανά σχολείο-περιφέρεια). Ωστόσο δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το βάρος που δίνεται και την πυκνότητα των δομών μεταλυκειακής εκπαίδευσης (ΙΕΚ, ΣΕΚ, ΕΠΑΣ του ΟΑΕΔ, διετή προγράμματα κατάρτισης-επιμόρφωσης από τα ΑΕΙ για απόφοιτους ΕΠΑΛ σύμφωνα με το νέο νομοσχέδιο). Οι δομές αυτές δεν εντάσσουν μακροπρόθεσμα τους αποφοίτους λυκείου στον εκπαιδευτικό μηχανισμό, (αλλά για 6 μήνες έως 2 χρόνια το πολύ). Αντίθετα, λειτουργούν σαν ένα «μαξιλάρι» μεταξύ εκπαίδευσης και εργασίας το οποίο παρέχει σε σύντομο χρόνο τη βασική κατάρτιση για τη στελέχωση μίας θέσης και στη συνέχεια φέρνουν με τους χειρότερους δυνατούς όρους τον νέο σε άμεση επαφή με την αγορά εργασίας και την άσκηση του επαγγέλματος, μέσα από το θεσμό της μαθητείας και των πρακτικών δημιουργώντας ένα βαθύ ταξικό διαχωρισμό σε σχέση με τους φοιτητές-αποφοίτους της τριτοβάθμιας.
29. Η καθιέρωση στα ΕΠΑΛ του προαιρετικού μεταλυκειακού έτους της μαθητείας, τα προγράμματα των ΕΠΑΣ, οι πρακτικές των ΙΕΚ, δεν μπορούν να ιδωθούν ξεκομμένα από την κατάρτιση του «Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου για την Αναβάθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και της Κατάρτισης και της Μαθητείας», τη χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ και το σχέδιο για την «καταπολέμηση» της ανεργίας μέσα από τις σχολές του ΟΑΕΔ. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι πρακτικές ασκήσεις όλων των ΑΕΙ, των ΤΕΙ, των ΕΠΑΛ και των ΙΕΚ που χρηματοδοτούνται από το άκρως αντιδραστικό πρόγραμμα της ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ, στο οποίο ο εργοδότης λαμβάνει επιχορήγηση από το ΕΣΠΑ για τις θέσεις που ανοίγει για πρακτική, χωρίς να αναγράφεται πουθενά τι ποσοστό αμοιβής θα έχει ο «πρακτικάριος», ενώ το υπουργείο προβλέπει μόλις το 75% του κατώτατου μισθού ως πληρωμή, κάνοντας έτσι τον εργαζόμενο έρμαιο στα χέρια του εργοδότη. Η κατάσταση στη μεταδευτεροβάθμια, λοιπόν, δεν μπορεί να ιδωθεί ξεχωριστά από την πολιτική συγκυρία και την εργασιακή απορρύθμιση που ξηλώνει κάθε έννοια σταθερής δουλειάς με δικαιώματα. Παράλληλα, παγιώνεται η φυσιογνωμία του «μαθητευόμενου» η οποία διαχωρίζεται από αυτή του «εργαζόμενου» στην παραγωγική διαδικασία, ενώ καλύπτονται περιστασιακά και με τους χειρότερους δυνατούς όρους θέσεις στην παραγωγή από ένα «μαθητευόμενο» δυναμικό που συνεχώς ανακυκλώνεται.
Γ. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΟΥ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΦΟΙΤΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ.
30. Η γενικότερη κρίση πολιτικής εκπροσώπησης εκδηλώνεται και στη νεολαία και μεταφέρεται (όχι με ένα γραμμικό τρόπο) και στο Πανεπιστήμιο. Ο δυσμενέστερος για την αριστερά συσχετισμός σε ένα χώρο που παραδοσιακά αποτελούσε προνομιακό πεδίο παρέμβασής της, δεν είναι βέβαια άσχετος με τις απαντήσεις που αυτή αδυνατεί να δώσει και στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Είναι πλέον εμφανής η δυσκολία στη συγκρότηση συνδικαλιστικών πρακτικών και στη δημιουργία ρευμάτων και στοίχισής τους σε ένα πολιτικό σχέδιο ή ανάδειξης ενός συλλογικού οράματος. Η εποχή των αυθόρμητων ριζοσπαστικών ρευμάτων που εγκολπώνονταν από τα σχήματα, καθώς και των πολιτικών δυνάμεων με τα μαζικά κοινωνικά μπλοκ έχει παρέλθει τη δεδομένη χρονική περίοδο. Η αδυναμία του φοιτητικού συνδικαλισμού να λειτουργήσει ως ζωντανό πεδίο διεκδίκησης στο εσωτερικό του πανεπιστημίου, κουμπώνει με τη διαχρονική προσπάθεια του κράτους να αποσυλλογικοποιήσει τη φοιτητιώσα νεολαία. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο πρώτα απ' όλα από τη διεξαγωγή λίγων και άμαζων γενικών συνελεύσεων, που συνήθως καταφέρνουν να κινητοποιήσουν μόνο τα στενά μπλοκ των σχημάτων και το συνδικαλιστικό δυναμικό των διάφορων πολιτικών χώρων, από τη μεγάλη και συνεχόμενη κατά τα τελευταία χρόνια πτώση της κάλπης, από την πλήρη ερήμωση κάποιων συλλόγων από πολιτικές δυνάμεις ή την υπολειτουργία τους (ΔΑΠ, ΠΑΣΠ. ΕΑΑΚ. ΠΚΣ). Το κενό λοιπόν που δημιουργείται από την αδυναμία του φοιτητικού συνδικαλισμού να προτάξει από τη δική μας πλευρά μια πολιτική πρόταση για αυτή τη γενιά δεν μένει ακάλυπτο, αλλά καταλαμβάνεται από την κυρίαρχη αφήγηση, η οποία καθορίζει την υλική πραγματικότητα και τις επιλογές του φοιτητή από αντιδραστική μπάντα.
31. Πιο συγκεκριμένα, τα χαρακτηριστικά της φοιτητιώσας νεολαίας διαμορφώνονται αφενός από την κυρίαρχη αφήγηση που τη θέλει σε ένα συνεχές κυνήγι πιστοποιήσεων, μεταπτυχιακού και ενός καλού βιογραφικού που γεννά την ψευδαίσθηση της εξαίρεσης του ενός από τον κανόνα που λέγεται ανεργία, περιπλάνηση και ελαστικές σχέσεις. Αφετέρου από την αντικειμενική πραγματικότητα της κρίσης: η πίεση από την οικογένεια, ο ανταγωνισμός με την υπόλοιπη νεολαία σε σχέση με τα προσόντα και η ανάγκη προσφυγής στην πρόσκαιρη εργασία για την κάλυψη των εξόδων, ενισχύουν την τάση της όσο πιο γρήγορης ολοκλήρωσης των σπουδών, καθώς και την αδιαφορία για οτιδήποτε μπορεί να τους αποσπάσει από αυτές. Ειδικά στα ΤΕΙ, που συνδυάζονται με πολύ χαμηλότερες προσδοκίες και δυνατότητες ανέλιξης-συγκεκριμένες ταξικές καταβολές, ο αριθμός των εργαζόμενων φοιτητών είναι ιδιαίτερα αυξημένος. Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων, μαζί με το γεγονός ότι τα μεταπτυχιακά κρίνονται σχεδόν απαραίτητα για τη διεκδίκηση μιας οποιασδήποτε θέσης με δυνατότητες επιτυχίας, οδηγεί τμήματα του φοιτητικού σώματος να αντιμετωπίζουν το Πανεπιστήμιο όχι ως το τέλος των σπουδών τους, αλλά απλά ως μια ενδιάμεση βαθμίδα, από την οποία θα πάρουν το εισιτήριο για τις επόμενες που θα προσφέρουν υψηλότερη κατάρτιση (μεταπτυχιακά) και άρα υψηλότερες ελπίδες εξαίρεσης από τον κανόνα της ανεργίας ή της ελαστικής εργασίας.
32. Το συνεχές κυνήγι πιστοποιήσεων από μεγάλο κομμάτι της νεολαίας φανερώνει ότι, η κατάρρευση του κοινωνικού συμβολαίου που μεταφραζόταν στη δυνατότητα κοινωνικής ανέλιξης μέσω των σπουδών, δε σημαίνει γραμμικά και τη διάλυση της αυταπάτης ότι μπορεί να υπάρξει τέτοια κοινωνική ανέλιξη στους κόλπους της. Ωστόσο, ακόμα και οι προσδοκίες που περιβάλλουν το μικροαστικό όνειρο στη συγκυρία της κρίσης είναι χαμηλότερων βλέψεων. Όλα αυτά βέβαια δε σημαίνουν μία πλήρη αντιδραστικοποίηση της μεγάλης πλειονότητας της νεολαίας, καθώς όλος αυτός ο κόσμος που στοιχίζεται πίσω από τον ατομικό δρόμο και δείχνει να απομακρύνεται από τις συλλογικές διαδικασίες, δεν έχει μια ενιαία τοποθέτηση και δεν στρατεύεται στο σύνολό του με σκληρούς και πολιτικούς όρους στο άρμα του νεοφιλελευθερισμού. Ωστόσο δέχεται τις επιταγές της αναδιάρθρωσης και ακολουθεί τον ατομικό δρόμο καθώς αυτός φαίνεται να είναι η μόνη επιλογή για μια καλύτερη προοπτική, αν καταφέρει φυσικά να υπερισχύσει στον ανταγωνισμό προσόντων και πιστοποιήσεων.
33. Σε αυτή τη βάση, η πιο συγκροτημένη απάντηση στο κενό προοπτικής του φοιτητικού συνδιακαλισμού δίνεται από τα κομμάτια των φοιτητικών αμφιθεάτρων που οδηγούνται στον επιστημονισμό, συνδυάζοντας τις επιδόσεις στα μαθήματα με περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας στον ανταγωνισμό για τις θέσεις σε χώρους εργασίας ή σε μεταπτυχιακά. Η τάση αυτή στην πιο συγκροτημένη της μορφή εκφράζεται μέσα από αντιδραστικές επιστημονίστικες ομάδες που αφορούν το γνωστικό αντικείμενο της σχολής και το αντικείμενο του μελλοντικού επαγγέλματος των φοιτητών, με τις ευλογίες των καθηγητών και σε συνδιαλλαγή με αυτούς. Οι ομάδες αυτές είναι το αποτέλεσμα και παράλληλα ενισχύουν την τάση των φοιτητών να προσκολλώνται στα αμφιθέατρα, να επιδιώκουν στενές επαφές με το καθηγητικό μπλοκ, να διεκδικούν την καλύτερη κατάρτιση στο αντικείμενό τους και την απόκτηση πιστοποιήσεων ως το μέσο με το οποίο θα διεκδικήσουν μια θέση εργασίας στο σκληρό ανταγωνισμό. Η ίδια τάση να αναγνωρίζεται ο καθηγητής ως αυθεντία και ως ο μέντορας που θα τους οδηγήσει μέσα από το δρόμο της κατάρτισης και, ενδεχομένως με μια θέση σε ένα μεταπτυχιακό, στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Ποιοτικό χαρακτηριστικό αυτών των ομάδων είναι ότι καταφέρνουν όπου υπάρχουν να περιγράφουν μια όψη προοπτικής για τη φοιτητιώσα νεολαία, χωρίς τη ρετσινιά της ΔΑΠ, χωρίς το στίγμα της "παράταξης" και γενικότερα της πολιτικής δύναμης άσχετα που τα ρεύματα που είναι προσκολλημένα στον επιστημονισμό παραδοσιακά εκπροσωπούνταν από τη ΔΑΠ (ένα κομμάτι τους και από την ΠΚΣ). Εφόσον οι επιστημονίστικες ομάδες δεν υπάρχουν στο σύλλογο ως πολιτικές δυνάμεις (παρόλο που διαμορφώνουν ιδεολογικά χαρακτηριστικά στους φοιτητές), δε μπορούν τα σχήματα να στήνουν δίπολα με αυτές με τον ίδιο τρόπο που το έκαναν εναντίον των πολιτικών δυνάμεων.
34. Από την άλλη, υπάρχουν άλλα κομμάτια των αμφιθεάτρων που φέρουν ριζοσπαστικά στοιχεία (πώς θα μπορούσαν άλλωστε να μην υπάρχουν ριζοσπαστικά στοιχεία στο εσωτερικό μιας νεολαίας που ψήφισε κατά 80% όχι στο δημοψήφισμα), αλλά αφενός είναι κατακερματισμένα και δεν έχουν το χαρακτήρα ρεύματος, αφετέρου δεν ψάχνουν την έκφρασή τους μέσα από το φοιτητικό συνδικαλισμό, αλλά αποστασιοποιούνται από αυτόν είτε με τη λογική της ήττας και της απογοήτευσης, είτε με τη λογική της ανάθεσης, είτε με τη λογική της αντίδρασης και των εναλλακτικών μορφών έκφρασης.
35. Μία από αυτές είναι οι διάφορες πολιτιστικές ομάδες (κινηματογραφικές, θεατρικές κ.ά.), που αποτελούν χώρο έλξης μεταξύ άλλων και αρκετών φοιτητών με ακαθόριστα και αφηρημένα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, φανερώνοντας έτσι και την αδυναμία από τη μεριά της επαναστατικής αριστεράς να εκφράσει η ίδια αυτό τον κόσμο. Ωστόσο εγκολπώνουν ταυτόχρονα και άλλο κόσμο με χαρακτηριστικά κάθε είδους, καθώς η βάση συσπείρωσης δεν είναι κάποιο πολιτικό ή έστω αγωνιστικό πρόταγμα, αλλά το ενδιαφέρον για μια μορφή τέχνης. Το τελευταίο είναι επικαθοριστικό για τον τρόπο συγκρότησης και τα χαρακτηριστικά που παίρνουν αυτές οι ομάδες (ανεξάρτητα από τις ποικίλες μορφές τους), οι οποίες δεν αναλαμβάνουν συνήθως καμία δράση πέρα από τις σχετικές με το αντικείμενό τους και διοχετεύουν το δυναμικό τους σε τρόπους έκφρασης που δεν έχουν κανένα στοιχείο ρήξης. Στο παρελθόν ωστόσο, οι ομάδες αυτές δρούσαν υπό την ιδεολογική και κάποιες φορές και πολιτική ηγεμονία του φοιτητικού κινήματος (και των σχημάτων που βρίσκονταν στην κεφαλή του), που είχε ως αποτέλεσμα να αντιλαμβάνονται τη δυνατότητα ύπαρξής τους συνδεδεμένη με το άσυλο και την υπεράσπισή του, καθώς και με το ίδιο το φοιτητικό κίνημα. Τα χαρακτηριστικά τους λοιπόν τις κάνουν ακατάλληλες για να αποτελέσουν "μορφές παρέμβασης" της αριστεράς στο σήμερα, ωστόσο αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να αποτελέσουν υπό όρους πεδίο παρέμβασης των σχημάτων.
36. Παράλληλα, η γενική στροφή προς την απαξίωση της πολιτικής και του συνδικαλισμού, καθώς και ο κενός πολιτικός χώρος που αφήνουν οι πολιτικές δυνάμεις με την πτώση τους, ιδιαίτερα οι καθεστωτικές, επιτρέπει την ανάδειξη "ανεξάρτητων δυνάμεων" που συγκροτούνται από φοιτητές που έχουν πλήρως ενσωματώσει την κυρίαρχη αφήγηση, βρίσκονται σε συνδιαλλαγή με τους καθηγητές, ακόμα και συγκροτούν τα σχήματά τους με προτροπή των τελευταίων. Οι δυνάμεις αυτές παρουσιάζονται ως η εναλλακτική αφήγηση για το συνδικαλισμό, τις πρακτικές του οποίου καταδικάζουν (πχ. αφίσες), έχοντας αιτήματα για πιο αναβαθμισμένες σπουδές και περισσότερη γνώση, ακόμα και διεκδίκηση πιο ισχυρού πτυχίου με σκληρά συντεχνιακούς και ανταγωνιστικούς όρους. Συμμετέχουν και στις εκλογές, ενώ μπορεί να παρουσιάζονται με διαφοροποιήσεις, ανάλογα και με τη σχολή (από δυνάμεις τύπου ΑΦΚ, ΑΦΠ μέχρι «ανεξάρτητα σχήματα» τύπου ΜΜΕ ΑΠΘ). Σε κάποιες σχολές το Bloco επιδιώκει συνεργασίες με τέτοιου τύπου «ανεξάρτητα σχήματα».
37. Οι διάφορες αυτές εναλλακτικές μορφές συσπείρωσης έχουν διαφορές μεταξύ τους, στο μέτρο που καλύπτουν διαφορετικές αδυναμίες των σχημάτων. Από τη μια οι επιστημονίστικες ομάδες καλύπτουν την αδυναμία της αριστεράς να περιγράψει μια εναλλακτική προοπτική, των σχημάτων να αποτελέσουν φορείς πολιτικοποίησης. Από την άλλη οι πολιτιστικές ομάδες έρχονται κυρίως να καλύψουν την ανάγκη για κοινωνικοποίηση, η οποία παλιότερα πραγματωνόταν κυρίαρχα μέσα από τις γενικές συνελεύσεις και γενικότερα τις συλλογικές διαδικασίες, ανάμεσα σε αυτές και οι διαδικασίες των σχημάτων.
38. Το παραδοσιακό μοντέλο συνδικαλισμού έχει ξεπεραστεί από την ίδια τη συγκυρία καθώς στη νεολαία δεν εντοπίζονται πλέον αυθόρμητα ριζοσπαστικά ρεύματα που να ανταποκρίνονται σε αυτοματισμούς που είχαν δημιουργηθεί και τακτικές που είχαν παγιωθεί από την πλευρά των σχημάτων. Καθήκον των σχημάτων γίνεται να δημιουργήσουν, να συγκροτήσουν τα ίδια αυτά τα ρεύματα τα οποία θέλουν να εκπροσωπούν. Επιπρόσθετα είναι τέτοιο το μέγεθος της επίθεσης που η αντιπαράθεση μόνο με έναν νόμο για την εκπαίδευση δεν μπορεί επ' ουδενί να απαντήσει στο ερώτημα της προοπτικής της γενιάς και επομένως να στρατεύσει κόσμο στην υλική αιχμή της άμεσης απόσυρσης του. Το παραπάνω λειτουργεί σε συνδυασμό με το ότι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του συνδικαλισμού στην Ελλάδα, τόσο στο φοιτητικό όσο και στο εργατικό κίνημα, ήταν η κυριαρχία του αμυντισμού, η στράτευση στο αίτημα κυρίως της υπεράσπισης μιας καλύτερης θέσης. Τα μεγάλα φοιτητικά κινήματα εκδηλώνονταν πριν από τις κρίσεις και στρατεύονταν πάνω στο μικροαστικό αίτημα της άμυνας ενάντια στη διαφαινόμενη απώλεια της υλικής προοπτικής. Πλέον, και γενικά κατά τη διάρκεια των κρίσεων, η υλική προοπτική έχει ήδη χαθεί. Η τελευταία μεγάλη μάχη του φοιτητικού κινήματος ήταν αυτή ενάντια στο νόμο Διαμαντοπούλου και κατέληξε σε ήττα. Αυτή η λογική της ήττας και του εγκλωβισμού σε ένα πλήρες αδιέξοδο είναι που αναπόφευκτα καταδικάζει σε αποτυχία τις κινήσεις που προσπαθούν να συγκροτηθούν κατά το παλιό πρότυπο (παρέμβαση, συνέλευση, κατάληψη, συντονιστικό καταλήψεων). Υπό αυτό το πρίσμα, και τα παραδοσιακά δίπολα μεταξύ των σχημάτων και των καθεστωτικών παρατάξεων ως κυρίαρχων εκφραστών της αναδιάρθρωσης δεν συγκροτούνται όπως στο παρελθόν, λόγω και της έλλειψης πραγματικού επιδίκου, αφού φαίνεται να μην μπορεί ούτως ή άλλως να εμποδιστεί η αναδιάρθρωση από πλευράς φοιτητικού σώματος (βλέπε τη μηδαμινή συγκρότηση αντιστάσεων απέναντι στο πρόσφατο νομοσχέδιο Γαβρόγλου).
39. Αυτή η κατάσταση έχει επηρεάσει και τον τρόπο που μια σειρά από πολιτικές δυνάμεις βλέπουν το συνδικαλισμό και τι επιδιώκουν από αυτόν. Ένα κομμάτι των καθεστωτικών δυνάμεων (λίγα τμήματα της ΔΑΠ) επιλέγει να αναβαθμίσει τον πολιτικό του λόγο, επιδιώκοντας να συγκροτήσει πολιτικά μπλοκ. Από την άλλη, σημαντικές είναι και οι επιδιώξεις κομματιών της ΝΔ που θέλουν τη διάλυση των παρατάξεων στο Πανεπιστήμιο, ακολουθώντας ένα πιο συνεπές ακραίο νεοφιλελεύθερο μοντέλο διάλυσης του συνδικαλισμού, πατώντας και στην αποσυλλογικοποίηση που έχουν ήδη καταφέρει να εδραιώσουν οι καθεστωτικές παρατάξεις όλα αυτά τα χρόνια. Οι επιδιώξεις της ΝΔ δε φαίνεται ωστόσο να είναι κυρίαρχη τάση στο εσωτερικό της ΔΑΠ, που όπως φαίνεται θα οδηγηθεί σε αντιπαραθέσεις, λόγω και της προσπάθειας της ηγεσίας της ΝΔ να επιβληθεί και να ελέγξει τη νεολαία της. Όσο η ΔΑΠ ταλανίζεται από αυτές τις εσωτερικές αντιθέσεις γίνεται ακόμα πιο δύσκολο να συγκροτήσει ένα στιβαρό και πιο πολιτικό πόλο. Η ΠΑΣΠ έχει εδώ και κάποια χρόνια περιοριστεί σε πολύ λίγες σχολές και η δυναμική της έχει μειωθεί δραστικά λόγω της πολιτικής αποδυνάμωσης του ΠΑΣΟΚ στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό και την αποστέρηση της χρηματοδότησής της. Οι διάφοροι διάδοχοι της ΠΑΣΠ (ΑΦΠ/Ρ/Κ) εντάσσονται στο όλο πλαίσιο της απομάκρυνσης από την κομματική ταμπέλα, και προσπαθούν να απευθυνθούν σε ένα πιο επιστημονίστικο δυναμικό, το οποίο ωστόσο φαίνεται να κρατά ακόμα σε μεγάλο βαθμό η ΔΑΠ ή αλλιώς να καταφεύγει σε επιστημονίστικες ομάδες. Οι κινήσεις αυτές έχουν δείξει ότι έχουν όρια. Επιπλέον, δε φαίνεται να συγκροτείται στη φοιτητιώσα νεολαία ένας στιβαρός κυβερνητικός πόλος, καθώς το Bloco δεν αποτυπώνει κάποιο δυναμικό ούτε καν στο εκλογικό επίπεδο. Βέβαια, οι κυβερνητική πολιτική για την εκπαίδευση εξυπηρετείται με την ενσωμάτωση της κυρίαρχης αφήγησης και του TINA από τη νεολαία.
40. Όσον αφορά την αριστερά, η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο συνδικαλισμός έχει οδηγήσει στην ενσωμάτωση της ήττας και από ένα κομμάτι της αριστεράς, ειδικά αυτής που πόνταρε στο ΣΥΡΙΖΑ (ΛΑΕ και πέριξ), κάτι που εκδηλώνεται με την άρνηση της δυνατότητας να συγκροτηθεί ένα κίνημα νεολαίας, με υποταγή στις διαθέσεις των μαζών και στροφή σε πιο χαμηλούς στόχους, όπως το να διατηρήσει απλά την παρουσία της (να επιβιώσει από την επίθεση) ή από την άλλη να δημιουργήσει οποιαδήποτε μαζική κίνηση ή να ενεργοποιήσει οποιαδήποτε διαδικασία, ανεξαρτήτως περιεχομένου και αιτημάτων. Πιο συγκεκριμένα, αμφισβητούνται οι ίδιες οι διαδικασίες των συλλόγων και γίνεται προσπάθεια να αντικατασταθούν από διάφορες πρωτοβουλίες (ΑΡΔΙΝ, κομμάτι των ΕΑΑΚ), γίνεται στροφή στην αναβάθμιση της εκπροσώπησης και της πολιτικής μέσω των ΔΣ (ΠΚΣ, ΑΡΔΙΝ), στροφή στην παρέμβαση μέσω συγκρότησης από τα ίδια τα σχήματα πολιτιστικών ομάδων (τακτική που προτείνεται από μερίδα των ΕΑΑΚ), απομείωση του πολιτικού λόγου κλπ. Ανάμεσα στις δυνάμεις της αριστεράς η ΠΚΣ φαίνεται να καταφέρνει σχετικά να κρατήσει δυνάμεις στο εκλογικό επίπεδο, χωρίς να ενδιαφέρεται για την ενεργοποίηση των διαδικασιών των συλλόγων, καθώς αναπαράγει με τον τρόπο της τη λογική της ήττας και της ενσωμάτωσης, με λίγο πιο αγωνιστικό πρόσημο. Η ΠΚΣ κερδίζει λόγω της αδυναμίας των σχημάτων ΕΑΑΚ να σπάσουν αυτό το κλίμα ήττας και να προτάξουν μια γραμμή αμφισβήτησης και ρήξης, χωρίς ωστόσο να αυξάνει τη δυναμική της στους κόλπους της νεολαίας με ευθύγραμμο τρόπο. Αναλώνεται σε μεγάλο βαθμό σε αντι-ΕΑΑΚ ρητορεία και πολιτική, στήνοντας το δίπολο με τα σχήματα σε αρκετούς συλλόγους, στοχοποιώντας ιδιαίτερα το κομμάτι των συνεργασιών ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ. Συσπειρώνει το δυναμικό που διαφωνεί με τις πρακτικές των ΕΑΑΚ.
41. Σε τμήματα της επαρχίας, σε συλλόγους που δεν υφίσταται συνδικαλισμός από τα αριστερά ή και καθόλου, τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία μπορεί να βρίσκουν έκφραση και μέσα από τον αναρχικό και τον αυτόνομο χώρο. Οι χώροι αυτοί δεν έχουν ουσιαστικά καμία δράση εντός των σχολών, ενώ αρκετά κομμάτια τους ενσωματώνουν τον ατομικό δρόμο ή ακόμα και έναν ιδιότυπο επιστημονισμό.
42. Τα σχήματα ΕΑΑΚ, όπως προαναφέρθηκε, αδυνατούν να επιτελέσουν το ρόλο τους ως πεδίο συσπείρωσης των ριζοσπαστικών στοιχείων και συγκρότησης ριζοσπαστικών ρευμάτων σε επαναστατική κατεύθυνση. Αδυνατούν να περιγράψουν μια μάχιμη πολιτική πρόταση για τους Φοιτητικούς Συλλόγους με αποτέλεσμα συνεχώς να υποχωρούν σε επίπεδο κοινωνικών χώρων. Η αποδιάρθρωση σχημάτων ακόμα και σχολές που είχαν δυναμική αποτελεί στοιχείο της περιόδου ως επακόλουθο της κρίσης του φοιτητικού συνδικαλισμού και των τεράστιων ελλειμματικών από πλευράς σχημάτων.
Δ. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΑΣ ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ-ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΝΕΟΛΑΙΑΣ.
43. Στην προσπάθεια ψηλάφισης της αναγκαίας πολιτικής γραμμής για το νεολαίιστικο κίνημα, είναι απαραίτητη προϋπόθεση η σύνδεση των αναβαθμισμένων πολιτικών αιτημάτων της συγκυρίας με τις επιμέρους υλικές διεκδικήσεις στους φοιτητικούς συλλόγους. Αν τα σχήματα δεν αντιλαμβάνονται την καθημερινή πάλη και παρέμβαση ως διαλεκτική σύνδεση αυτών των δύο, κινδυνεύουν να διολισθαίνουν σε γραμμή και πρακτικές που δεν μπορούν να απαντήσουν στην αναβαθμισμένη πολιτική συγκυρία και να μετρήσουν βήματα και αποτελέσματα. Καταλήγοντας έτσι σε μια γενικόλογη κεντρική πολιτική παρέμβαση που δεν μπορεί να αναμετρηθεί με τις υλικές αιχμές και τελικά να στρατεύσει τη νεολαία σε μια καθημερινή πάλη αλλά και σε έναν μακροπρόθεσμο πολιτικό αγώνα.
44. Επομένως είναι κρίσιμη η περιγραφή ενός πολιτικού σχεδίου και μιας κοινωνικής συμμαχίας, πάνω στα οποία καλούνται τα σχήματα να στρατεύσουν τη νεολαία. Αυτό δεν μπορεί να γίνει γενικόλογα, αλλά μόνο μέσα από μια μεθοδολογία και έναν τακτικό βηματισμό γύρω από τα επίδικα της συγκυρίας. Σε αυτή τη βάση πρέπει να αξιοποιηθεί ο τρόπος με τον οποίο εξειδικεύεται η εργασιακή πραγματικότητα του μνημονίου στο εσωτερικό των πανεπιστημίων (βλέπε πρακτικές ασκήσεις). Η συνεχής υποβάθμιση των πτυχίων μας, ο νόμος Γαβρόγλου και οι αλλαγές που αυτός φέρνει, συμπληρωματικά με την υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων καιτον "κόφτη" του 3ου μνημονίου πρέπει να αποτελέσουν στοιχεία της παρέμβασης μας. Η ραγδαία μείωση του προσωπικού και της κρατικής χρηματοδότησης, που λειτουργεί ως μοχλός πίεσης για την αλλαγή προγραμμάτων σπουδών και για ένα νέο πλάνο συγχωνεύσεων με συγκεκριμένα παραδείγματα πρέπει να ανοίγεται από πλευράς μας είναι ένα σημείο στο οποίο αποτυπώνεται η μνημονιακή πραγματικότητα στο πανεπιστήμιο. Ταυτόχρονα η μετακύλιση του κόστους σπουδών στις πλάτες των φοιτητών (μέσα από δίδακτρα, σίτιση, στέγαση, τελευταία εξέλιξη με τα συγγράμματα) αποτελεί μια ακόμα αιχμή που μπορεί να εξυπηρετήσει την παρέμβαση των σχημάτων.
45. Πιο συγκεκριμένα σημαντική υλική αιχμή της συγκυρίας που αποκαλύπτει την σκληρή εργασιακή πραγματικότητα με απτό τρόπο στα μάτια του φοιτητή αποτελούν οι πρακτικές ασκήσεις. Το άνοιγμα του ζητήματος των πρακτικών στο ΕΜΠ από πλευράς μας και η διεκδίκηση των δικών μας όρων για το πώς αυτές θα γίνουν τόσο από την άποψη συσπείρωσης κόσμου όσο και από την άποψη πολιτικής αποτελεσματικότητας πρέπει να αξιοποιηθεί και να γίνει συντονισμένα το επόμενο διάστημα. Η υλική νίκη που πετύχαμε πέρυσι πρέπει να αξιοποιηθεί τόσο από τα σχήματα στο ΕΜΠ όσο για και μια συνολική εξώστρεφη κίνηση στα ΤΕΙ, τα ΙΕΚ, τα ΕΠΑΛ και τα ΕΠΑΣ. Σε επόμενο στάδιο καλούμαστε να περιγράψουμε ένα συγκεκριμένο σχεδιασμό με κινητοποιήσεις στα αρμόδια Υπουργεία και πιο μακροπρόθεσμα κεντρικές συγκεντώσεις-κινητοποιήσεις για το ζήτημα αυτό σε συντονισμό με Φοιτητικούς Συλλόγους, μαθητές ΕΠΑΛ εργατικά σχήματα και την ΑΤΤΑCK. Τα αιτήματα που πρέπει να παλεύουμε στις σχολές μας είναι:
• βασικός μισθός με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα για όλους τους φοιτητές που κάνουν πρακτική
• κάλυψη όλων των εξόδων μετακίνησης , διαμονής και σίτισης για όλους τους φοιτητές κατά τη διάρκεια εκπόνησης της πρακτικής από τα Ιδρύματα
• πρακτική άσκηση για όλους φοιτητές ενταγμένη στα προγράμματα σπουδών
• κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, του συμφώνου απασχόλησης και του θεσμού της ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ.
Σε κάθε περίπτωση η παραπάνω πολιτική αιτηματολογία μπορεί να: α) συσπειρώσει όλους τους φοιτητές, β) τους πολώσει σε μια κατεύθυνση σύγκρουσης με τις υπάρχουσες σχέσεις εργασίας και γ) αποτελέσει συνεκτικό ιστό μιας συνολικής κίνησης σε κομμάτια της νεολαίας εντός και εκτός πανεπιστήμιου στο δρόμο της οικοδόμησης πολιτικού κινήματος που θα συγκρούεται με την κυβέρνηση, την Ε.Ε, τις αντεργατικές μεταρρυθμίσεις και την εργοδοσία αμφισβητώντας στην πράξη το αντιδραστικό μοντέλο παραγωγής και διεδικώντας συνεχώς καλύτερους όρους για του εργαζομένους και τη νεολαία.
46. Η πάλη για καλύτερους ρυθμούς σπουδών ως απάντηση στην εντατικοποίηση και την καθηγητική αυθαιρεσία δεν θα πρέπει να υποβαθμίζονται από τα σχήματα, τα οποία πρέπει να συνεχίζουν να παίζουν το ρόλο της κοινωνικοπολιτικής συσπείρωσης μέσα στη σχολή που υπερασπιζόμενη τα συμφέροντα των φοιτητών, θα έρθει σε αντιπαράθεση με το καθηγητικό σώμα σε κάθε αντιδραστική επιλογή που αυτό παίρνει. Άλλωστε ο ρόλος του καθηγητού στρώματος στο μηχανισμό της εκπαίδευσης είναι κεντρικός και η όξυνση του διπόλου εκπαιδευτή εκπαιδευόμενου κρίνεται αναγκαία για να εμποδίζεται η πειθάρχηση του φοιτητικού σώματος. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι τα χαρακτηριστικά που έχει διαμορφώσει τα τελευταία χρόνια το φοιτητικό σώμα (πτυχίο στα γρήγορα, πανεπιστήμιο όχι ως κοινωνικός χώρος, αλλά πέρασμα), σε συνδυασμό με τον συσχετισμό δύναμης στα ΑΕΙ των μνημονίων, δεν πρέπει να καταλήγει στην απομάκρυνση από ριζοσπαστικές πρακτικές προηγούμενων χρόνων, αλλά στην ενίσχυσή τους. Αλλιώς τα σχήματα και ο κόσμος που συσπειρώνουν θα τείνουν συνεχώς προς την πλήρη ενσωμάτωση.
47. Τα σχήματα καλούνται να αναβαθμίσουν την πάλη για ΕΝΙΑΙΑ-ΑΔΙΑΣΠΑΣΤΑ ΚΑΙ ΙΣΧΥΡΑ ΠΤΥΧΙΑ συνδέοντας την με την πάλη για συλλογική κατοχύρωση των αποφοίτων (επαγγελματικά δικαιώματα ανά σχολή και κλάδο) και την πάλη για εργασιακά δικαιώματα και καλύτερες συνθήκες εργασίας για όλους τους εργαζομένους (συλλογικές συμβάσεις εργασίας). Ο δρόμος ενίσχυσης των πτυχίων μας και της πάλης για την συλλογική κατοχύρωση περνάει μέσα από τη συγκρότηση μαζικής κίνησης από πλευράς φοιτητών ενάντια στη Δια Βίου Μάθηση, τον Ατομικό Φάκελο Προσόντων και την επανακατάρτιση, θέτοντας βάσεις στην επανοηματοδότηση του Φοιτητικού Συνδικαλισμού. Απέναντι στην τάση των τελευταίων χρόνων για μαζικοποίηση των μεταπτυχιακών ως μονόδρομο για τη νεολαία, τα σχήματα πρέπει να δημιουργούν αντίρροπες κινήσεις με αιτήματα όπως "ΟΛΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΤΑ ΠΤΥΧΙΑ''-ΤΟ ΠΤΥΧΙΟ ΜΟΝΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ". Μια τέτοια αιτηματολογία πρέπει να συνοδεύεται από αιτήματα για "ΜΟΝΙΜΗ ΚΑΙ ΣΤΑΘΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ"-''ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ ΚΑΙ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ''-''ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ'', αναβαθμίζοντας τον πολιτικό στόχο και τελικά το ρόλο που καλείται να παίξει η νεολαία και το φοιτητικό σώμα στις εργατικές διεκδικήσεις και το εργατικό κίνημα της περιόδου.
48. Η πολιτική παρέμβαση ενάντια στην εφαρμογή του νόμου Γαβρόγλου και η πάλη για την ανατροπή του δεν μπορεί να αποτελεί κάτι το αφηρημένο με απλά προτάγματα ''ΚΑΤΩ Ο ΝΟΜΟΣ'' (προφανώς αυτό πρέπει να αποτελεί το πολιτικό αίτημα) .Είναι φανερή η πολιτική αδυναμία των σχημάτων μέσα στο καλοκαίρι και ως τώρα να ανοίξουν με γειωμένους όρους το τι φέρνει ο νόμος Γαβρόγλου στις σχολές και συγκροτήσουν δυναμικές σύγκρουσης με την επιχειρούμενη αναδιάρθρωση, το Υπουργείο Παιδείας και την Κυβέρνηση. Όσο δεν δημιουργείται αντίρροπη κίνηση μέσα στις σχολές ενάντια στην εφαρμογή του νόμου σε καμία περίπτωση τα σχήματα δεν πρέπει να κάνουν το surfer πάνω στο κύμα που δεν υπάρχει γιατί στο τέλος θα φάνε τα μούτρα τους. Άλλωστε είναι εμφανές ότι η ψήφιση του νόμου Γαβρόγλου ως τώρα, λόγω και της ίδιας του της φύσης που αναφέρεται και παραπάνω, δεν έχει συνοδευτεί από μαζικές κινήσεις και αντιδράσεις από τα κομμάτια της εκπαίδευσης (πιο πολύ γίνεται δεξιά αντιπολίτευση από τη ΝΔ στα κανάλια και τη Βουλή) και δεν εκτιμάται ότι η κατάσταση αυτή θα αλλάξει τις επόμενες μέρες. Οι μέχρι τώρα κινητοποιήσεις αποτιμούνται με θετικό τρόπο και είναι στοίχημα για τα ΕΑΑΚ να παλέψουν στους συλλόγους για την ενίσχυση της πολιτικής τους πρότασης άμα θέλουμε να δούμε καλύερες μέρες για το φοιτητικό κίνημα.
49. Με βάση τα παραπάνω πρέπει να εργαστούμε το επόμενο χρονικό διάστημα με την εξής μεθοδολογία. Πρώτον, πρέπει να γίνει σωστή ανάλυση για το νόμο Γάβρογλου και γείωση του πώς πλήττει το φοιτητή με συγκεκριμένο τρόπο αναλύοντας τις επιθετικές αιχμές του (βλέπε ΚΕΔΙΒΙΜ, απονομιμοποιήση του Φοιτητικού Συνδικαλισμού, συγχωνεύσεις-προγράμματα σπουδών κ.α). Δεύτερον, καλούμαστε να προχωρήσουμε σε πολιτικές πρακτικές που θα μπλοκάρουν την εφαρμογή του νόμου Γαβρόγλου εντός των ιδρυμάτων και κινητοποιήσεις για την ανατροπή του. Τρίτον, η όλη κουβέντα που ανοίγει γύρω από τη Δια Βίου και τα επιμέρους προγράμματα, πρέπει να ανοίξει από την πλευρά των σχημάτων. Πιο συγκεκριμένα, τα σχήματα πρέπει να συγκρουστούν με τη συμμετοχή ή ακόμη και τις πρωτοβουλίες για προκήρυξη τέτοιων προγραμμάτων από τους καθηγητές της εκάστοτε σχολής. Είναι ζήτημα το πώς οι καθηγητές που έχουν πέρα από ακαδημαϊκό, και διοικητικό ρόλο και συμμετέχουν στα τμήματα στα όργανα διοίκησης στήνουν τέτοια προγράμματα, προμοτάροντας και εξασφαλίζοντας το βάθεμα της αναδιάρθρωσης στα τμήματα. Είναι στοίχημα για τα σχήματα, να ξεφύγουν από μια πεπατημένη και μονόπλευρη ανάλυση γύρω από τα δια βίου και να έρθουν αντιμέτωπα με την υλική τους αποκρυστάλλωση μέσα στις σχολές, περιγράφοντας κινήσεις που θα συγκροτούν ένα αντίβαρο στην αναδιαρθρωτική αυτή κίνηση, συνδέοντας τα παράλληλα με κεντρικού τύπου αιτήματα γύρω από την ανεργία, την αξιολόγηση, την εύρεση εργασίας και τη συλλογική κατοχύρωση.Τέταρτον, πρέπει να γίνουν κινήσεις ανοίγματος και στα σχολεία πάνω και στην επικείμενη αναδιάρθρωση (εξετάσεις, εργασίες, ατομικό φάκελος προσόντων κ.α) με σκοπό να υπάρξει συντονισμός μεταξύ Φοιτητικών Συλλόγων, μαθητών και εκπαιδευτικών απέναντι στις αντιδραστικές εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις.
50. Επιμέρους κοινωνικοί αγώνες που αφορούν ευρύτερα πολιτικά ζητήματα πρέπει να βρίσκονται διαρκώς στην ατζέντα των σχημάτων, τόσο λόγω του στρατηγικού σχεδίου στο οποίο παλεύουμε να στρατεύουμε τη νεολαία, όσο και επειδή συχνά ευαισθητοποιούν ένα μπλοκ των σχημάτων πολλές φορές πιο εύκολα κι από ζητήματα αμιγώς κοινωνικού χώρου. Η συμμετοχή και η συμβολή μας στο σπάσιμο των πλειστηριασμών και των πιθανών εξώσεων το επόμενο διάστημα, αλλά και στις κινητοποιήσεις για το προσφυγικό και το αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό κίνημα,πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί στοιχείο της παρέμβασης μας, καθώς αποτελούν παραδείγματα υλικής πρακτικής του κινήματος.
51. Η τακτική που περιγράφεται στα προηγούμενα σημεία, δεν μπορεί να παραγνωρίζει το συσχετισμό δύναμης της περιόδου. Χαράσσεται πάνω σε αυτόν, αλλά στοχεύει στην ανατροπή του. Πρόκειται για μια τακτική μεθοδολογία αμυντικών κινήσεων από πλευράς κινήματος, οι οποίες είναι απαραίτητες για την οικοδόμηση του στρατηγικού στόχου, αλλά λειψές αν παραμένουν αμυντικές. Το διακύβευμα δεν είναι να αναζητηθεί ένα τρίπτυχο όπως μπορεί να είναι το "ΜΟΡΦΩΣΗ-ΔΟΥΛΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ" για να επενδύσει τον πολιτικό μας λόγο. Οι μεταβατικοί στρατηγικοί στόχοι πρέπει να γίνονται αντιληπτοί ως κομμάτι της υλικής πρακτικής των σχημάτων και του φοιτητικού συνδικαλισμού στον οποίο θέλει να έχει παρέμβαση η επαναστατική αριστερά. Η επιθετική διεκδίκηση δεν είναι ένα πρόταγμα που μετατίθεται στο σοσιαλιστικό μέλλον, αλλά πρόκειται για την μαγιά των αγώνων του σήμερα και της καθημερινής πάλης των σχημάτων και των φοιτητών.
52. Η επιθετική διεκδίκηση είναι το πυρηνικό στοιχείο της κοινωνικής συμμαχίας στην οποία πρέπει να στρατευτεί η νεολαία στο δρόμο οικοδόμησης πολιτικού κινήματος νεολαίας που θα απαντά στις προκλήσεις της εποχής. Είναι η συνάρθρωση τακτικής-στρατηγικής, δηλαδή το σημείο πάνω στο οποίο πατάει η τακτική του κινήματος για να εξυπηρετήσει τον στρατηγικό του στόχο. Σε αυτή τη βάση ένα πλατύ πατριωτικό αντιμνημονιακό μέτωπο όπως το περιγράφει η ΛΑΕ είναι ανταγωνιστικό με την κοινωνική συμμαχία που θέλουμε να περιγράψουμε εμείς γιατί 1) εξυπηρετεί ανταγωνιστικά ταξικά συμφέροντα και 2) διαφοροποιείται στον στόχο. Η περιγραφή μιας εργατολαϊκής συμμαχίας και ενός αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής είναι το σχέδιο που θα προωθήσει τις αμυντικές κινήσεις της προηγούμενης περιόδου σε έναν ανυποχώρητο αγώνα επιθετικού διεκδικητισμού. Στόχος του η ριζική αναδιάταξη του συσχετισμού δύναμης υπερ των δυνάμεων της εργασίας και η διαμόρφωση του κοινωνικής μαγιάς και του πολιτικού φορέα της ανατροπής που θα έρθει σε σύγκρουση με την κυβέρνηση και την Ε.Ε αμφισβητώντας ουσιαστικά το συνασπισμό εξουσίας σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.
53. Για την υλοποίηση ενός τέτοιου στρατηγικού στόχου, που αποτελεί και σημείο αντιπαράθεσης των γραμμών στο εσωτερικό των ΕΑΑΚ αλλά και του κινήματος ευρύτερα, είναι κρίσιμος ο ρόλος της νεολαίας, ως ιδιαίτερης και πολυσύνθετης κοινωνικής κατηγορίας. Στην συγκυρία της κρίσης, το φοιτητικό κίνημα δεν φαίνεται να μπορεί να παίξει το ρόλο της κινηματικής πρωτοπορίας, την οποία ακολουθούσαν τα υπόλοιπα κομμάτια της νεολαίας. Αντίθετα πρέπει να διερευνηθούν οι όροι συγκρότησης μιας "διευρυμένης νεολαιίστικης συμμαχίας" που θα αποτελέσει το πρόπλασμα ενός πολιτικού κινήματος νεολαίας. H νεολαία -παρά τις διαφοροποιήσεις ανάλογα με τον χώρο στον οποίο βρίσκεται- θα έρθει αντιμέτωπη με μια κοινή προοπτική σε ότι αφορά την ένταξη στην αγορά εργασίας (καταμερισμός και ιδεολογήματα) και τις εργασιακές σχέσεις με τις οποίες θα ενταχθεί. Το διακύβευμα είναι η διαμόρφωση όρων για έναν συνειδητό αγώνα της νεολαίας γύρω από το αίτημα μιας διαφορετικής προοπτικής από αυτήν που της περιγράφουν. Θα πρέπει να ανοίξουν δίαυλοι επικοινωνίας με όλα τα πληττόμενα κομμάτια της νεολαίας, εκπαιδευόμενης και μη.
54. H νεολαία που δεν εντάσσεται στον εκπαιδευτικό μηχανισμό, αλλά βιώνει μόλις ενηλικιωθεί τον εργασιακό μεσαίωνα, είτε μέσα από προγράμματα κατάρτισης ή μαθητείας είτε άμεσα με την ένταξή της σε κάποιον από τους δεκάδες χώρους επισφαλούς εργασίας που απασχολούν ανειδίκευτο προσωπικό (π.χ. Επισιτισμό-τουρισμό), ανήκει στα κυρίαρχα εκμεταλλευόμενα στρώματα. Η ένταση και ειδικά η έκταση της εκμετάλλευσης σε αυτούς τους χώρους, καθώς και ο μαζικός τρόπος με τον οποίο απορροφούν τη νεολαία, θέτει αναβαθμισμένα καθήκοντα στην επαναστατική αριστερά σε ότι αφορά την προσέγγισή τους, αλλά και το ρόλο που θα καλεστούν να παίξουν στον αγώνα της ρήξης και της ανατροπής.
55. Ταυτόχρονα το φοιτητικό κίνημα θα πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή ανάδραση με την κατάσταση στους χώρους δουλειάς, ειδικά σε χώρους που υπάρχουν οργανωμένες δομές πάλης και σωματεία (π.χ. ΣΜΤ για τους μηχανικούς) περιγράφοντας την αναγκαία συνέχιση του αγώνα και μετά το πέρας των σπουδών μέσα από την εργατική διεκδίκηση. Μέσα από μια τέτοια μεθοδολογία, ο κοινωνικός αγώνας στο εσωτερικό του πανεπιστημίου αποκτάει νόημα για τον φοιτητή και δεν συντρίβεται από την ματαιότητα της προοπτικής της ανεργίας και της επισφάλειας. Προφανώς δεν σημαίνει ότι τα σχήματα δεν θα αναμετρηθούν με την ηττοπάθεια και την απογοήτευση, αλλά διαβάζοντας σωστά τη συγκυρία, καλούνται να περιγράψουν τον αναγκαίο -πολιτικά αναβαθμισμένο- συνολικό αγώνα ενάντια στο μέλλον και την προοπτική που περιγράφει το κεφάλαιο για τη νεολαία. Αυτό σημαίνει ότι οι σχηματίες των ΕΑΑΚ πρέπει να τροφοδοτηθούν από τα σωματεία στα οποία αναφέρονται, αλλά και να τα τροφοδοτήσουν όταν θα αποφοιτήσουν. Επίσης ο κόσμος των σχημάτων και των συλλόγων που εργάζονται στον επισιτισμό-τουρισμό (σερβιτόροι κλπ) πρέπει να εντάσσονται στη ΛΑΝΤΖΑ και να γράφονται στο σωματείο τους, δίνοντας τον αγώνα σε δύο μέτωπα.
56. Η κίνηση του μαθητικού σώματος γύρω από το θέμα των εξετάσεων και τα αντανακλαστικά που έδειξε πέρυσι, αποτελεί ένα δεδομένο που καταλήγει στην αναγκαιότητα αναβαθμισμένης παρέμβασης της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στα σχολεία. Σε κάθε περίπτωση παρά τις αδυναμίες που υπάρχουν λόγω της απουσίας συνδικαλισμού στα σχολεία, οφείλουμε το επόμενο διάστημα να έρθουμε σε επαφή με το κόσμο των σχολείων τόσο για ζητήματα σχετικά τις πανελλήνιες, τη ΜΑΘΗΤΕΙΑ στα ΕΠΑΛ και τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις που προμηνύονται μέχρι το 2020, όσο και για το αντιφασιστικό και προσφυγικό ζήτημα.
57. Μέσα από τα τελευταία τρία σημεία ψηλαφείται μια προσπάθεια διεύρυνσης της παρέμβασής της Επαναστατικής Αριστεράς σε χώρους της νεολαίας που ήταν μέχρι πρόσφατα αχαρτογράφητοι. Το μοντέλο του φοιτητικού σχήματος και του αντίστοιχου κοινωνικού χώρου είναι κρίσιμο αλλά μένει λειψό αν δεν αναμετρηθεί με την πρωτότυπη κατάσταση που διαμορφώνεται. Άλλωστε το 65% ανεργίας, οι ολοένα και πιο εντατικοί ρυθμοί σπουδών που οδηγούν τους φοιτητές να παίρνουν όλο και πιο γρήγορα το πτυχίο τους, ο αυξανόμενος αριθμός φοιτητών που εργάζονται, οι εξαγγελίες του υπουργείου για αλλαγή της ποσόστωσης ΕΠΑΛ-ΓΕΛ, φανερώνουν ότι πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη νεολαία και το νεολαιίστικο κίνημα, αλλιώς η αναδιάρθρωση θα μας σαρώσει πριν προλάβουμε να αντιδράσουμε. Επομένως συμπερασματικά, οι συνεχείς αντίρροπες κινήσεις στο εσωτερικό των φοιτητικών συλλόγων, μέσα από επαναστατική πρακτική και όχι μόνο επαναστατική θεωρία, θα πρέπει να συνδυάζονται από την συνεχή διεύρυνση της πολιτικής μας εμβέλειας έξω από τα στενά όρια του κοινωνικού χώρου στο δρόμο οικοδόμησης ενός πολιτικού κινήματος νεολαίας.
Ε. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΑ ΕΑΑΚ ΚΑΙ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΒΟΥΡΚΟ.
58. Τα τελευταία χρόνια η κουβέντα στο αμφιθέατρο των ΕΑΑΚ, σε αντιστοιχία με την υποχώρηση του φοιτητικού συνδικαλισμού και των πολιτικών πρακτικών των σχημάτων, έχει βαλτώσει γύρω από μια κενή αντιπαράθεση εγκεφαλικών σχεδίων χωρίς να κεντροβαρεί στα κυρίαρχα επίδικα της συγκυρίας και την χάραξη πολιτικής πρότασης και ενός μάχιμου σχεδιασμού για τους Φοιτητικούς Συλλόγους. Οι επιμέρους διαφορετικές κινητοποιήσεις από μεριάς σχημάτων ακόμα και στο ίδιο ίδρυμα και οι διαφορετικές προσυγκεντρώσεις των συλλόγων με σε πανεργατικές απεργίες μετά την ίδρυση της ΛΑΕ, ξεδιπλώνουν την αδυναμία έστω και πρωτόλειου κινηματικού συντονισμού των σχημάτων. Πιο συγκεκριμένα, αντί να διερευνούμε νέους τρόπους και μεθοδολογίες για την καθημερινή παρέμβαση και τις προβληματικές που πρέπει να αναδείξουμε στις σχολές, η αντιπαράθεση γυρνάει συνεχώς γύρω από τις πολιτικές συνεργασίες, τα εκλογικά κατεβάσματα και μια δημοσιογραφική γεγονοτολογία με ταυτόχρονη υποχώρηση της καθημερινής παρέμβασης των σχημάτων, γεγονός που οφείλεται σε συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές και την ενσωμάτωση των σχημάτων στο γενικότερο κλίμα ηττοπάθειας και εσωστρέφειας της Αριστεράς.
59. Στο εσωτερικό των ΕΑΑΚ αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμία πολιτική συμφωνία. Από τη μία, υπάρχει το σχέδιο διεύρυνσης του μορφώματος με ταυτόχρονη ενίσχυση των σχημάτων των ΕΑΑΚ το οποίο παίζεται με διαφορετικούς τρόπους μέσα στο δίκτυο και από την άλλη, υπάρχει το σχέδιο υπέρβασης του μορφώματος και της συγκρότησης ενός νέου μετώπου της παναριστεράς. Το σχέδιο αυτό περνάει αναγκαστικά από την διάλυση του μετωπου των ΕΑΑΚ, εξού και η λειτουργία των οργανώσεων της ΛΑΕ. Η όξυνση αυτής της αντιπαράθεσης είναι χαρακτηριστική και κορυφώθηκε στα γεγονότα του τελευταίου πανελλαδικού συντονιστικού και στις μέρες που ακολούθησαν. Διαλυτικά λειτούργησε και μια στάση που περιέγραφε διακηρυκτικά τη στήριξη της πολιτικής διεύρυνσης-ενίσχυσης των ΕΑΑΚ, αφετέρου όμως με τακτικές επιλογές (ίσες αποστάσεις και δημιουργία επίπλαστης ισορροπίας) και την αναγωγή της επίλυσης όλων των πολιτικών ζητημάτων σε οργανωτικές μεθοδεύσεις, αφήνει συνεχώς χώρο στη ΛΑΕ και στο σχέδιο διαλυτοποίησης των ΕΑΑΚ.
60. Αρχικά, το σχέδιο των δυνάμεων της ΛΑΕ στα ΕΑΑΚ πρέπει να αντιμετωπίζεται ενιαία. Είτε υπάρχει ως ξεκάθαρη τακτική με στόχο τη διάλυση του μορφώματος και τη συγκρότηση του μετώπου της παναριστεράς (ένα πολιτικό σχέδιο, το οποίο εμείς ως Αριστερή Συσπείρωση δεν πρόκειται να ανεχθούμε), μέσα από τις διασπαστικές επιλογές, είτε ξεδιπλώνεται με πιο ήπιο τρόπο με την απουσία τοποθέτησης πάνω στο θέμα της υπέρβασης των ΕΑΑΚ, αλλά ταυτόχρονα με πρακτικές και αποφάσεις που ενισχύουν τη λογική ενός χαλαρού δικτύου των ΕΑΑΚ με αυτοϋπονομευτικες τάσεις και τη σταθερή ύπαρξη κοινού πολιτικού συντονισμού ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ, ως πρόπλασμα για το νέο μέτωπο της παναριστεράς, δε διαφοροποιείται ουσιαστικά.Υπό αυτό το πρίσμα είναι φανερό ότι. Σε επίπεδο συλλόγων από πλευράς τους οι δυνάμεις της ΛΑΕ συνεχίζουν να παίζουν ένα σχέδιο μέσα στους συλλόγους το οποίο αδυνατεί να αναμετρηθεί με τα επίδικα της περιόδου, αναζητώντας συντεχνιακές λύσεις (βλ. Ασφαλιστικό, μηχανικούς, κουβέντα για τα επαγγελματικά δικαιώματα και τελεία κα). Οι κεντρικές επιλογές της ΛΑΕ σε συνδικαλιστικό και πολιτικό επίπεδο επικαθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις κινήσεις σε συνδικαλιστικό επίπεδο στα Πανεπιστήμια.
61. Από την άλλη, δε μπορεί να προτάσσεται η λογική της πτέρυγας και της οργανωτικής διακήρυξης του μορφώματος ως πανάκεια σε όλα τα προβλήματα που το ταλανίζουν, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι η παντελής έλλειψη πολιτικής συμφωνίας και κινηματικού συντονισμού δε λύνεται με οργανωτικά ημίμετρα και καταστατικές αρχές. Παράλληλα, υπάρχει μια τάση ανάδειξης «νέων πολιτικών εργαλείων» δεν έχουν να προσφέρουν κάτι στο φοιτητικό συνδικαλισμό αλλά εντείνουν το ρεύμα του επιστημονισμού και τις τάσεις ενσωμάτωσης στο φοιτητικό σώμα (βλ. Αντιμαθήματα). Τα μονόθεματικά σχήματα με σκοπό την παραγωγή θέσεων στα ΕΑΑΚ αφενός δεν ανταποκρίνοται στην πολιτική φυσιογνωμία των σχημάτων και αφετέρου δε βαθαίνουν τη πολιτική κουβέντα στο εσωτερικό τους για την αναγκαία πολιτική πρόταση και σχέδιο για τους Φοιτητικούς Συλλόγους.
62. Ως Αριστερή Συσπείρωση θεωρούμε αναγκαίο, για τα σχήματα και τους συντρόφους των ΕΑΑΚ, αλλά και για κάθε σύντροφο με αναφορά στην ριζοσπαστική, αντικαπιταλιστική, επαναστατική, κομμουνιστική αριστερά, να διαλέξει το δρόμο του ανυπότακτου αγώνα και της άρνησης του συμβιβασμού σε κάθε κοινωνικό χώρο. Μακριά από λογικές των σταδίων που φιλοδοξούν τα ΕΑΑΚ να λειτουργούν ως ο αριστερός ψάλτης σε μορφώματα που παλεύουν για έναν ήπιο καπιταλισμό. Με αυτή τη λογική συμμετέχουμε στα σχήματα, σεβόμενοι πάνω από όλα τη φυσιογνωμία, τον ενιαιομετωπικό και ανοιχτό τρόπο λειτουργίας τους, με απαρέγκλιτο στόχο την ενίσχυση του δικτύου των ΕΑΑΚ και της επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης στο εσωτερικό τους αλλά και πρωτίστως στο πεδίο των μαζών.
63. Μακριά από λογικές περιχαράκωσης επιδιώκουμε τα ΕΑΑΚ σήμερα να αποτελέσουν τον πόλο συσπείρωσης και την πολιτική στέγη όλων των συντρόφων, ρευμάτων και δυνάμεων της Αριστεράς που επιλέγουν να διαχωριστούν από το δρόμο της διαχείρισης και της ανάθεσης στην πράξη. Οι διαφορετικές ιδεολογικές καταβολές μεταξύ ρευμάτων και δυνάμεων που συνυπάρχουν στο δίκτυο των ΕΑΑΚ από τα γεννοφάσκια του, αποδεικνύουν ότι η ένταξη-συμμετοχή στα ΕΑΑΚ δεν περνάει από ιδεολογικού τύπου φίλτρα και καταστατικές αρχές. Συνεχίζει να αποτελεί θέση μας η ενοποίηση όλων των ανεξάρτητων αριστερών σχημάτων που παρεμβαίνουν στον ίδιο κοινωνικό χώρο, πάνω σε συγκεκριμένα πολιτικά κριτήρια που έχουμε περιγράψει και με βασική προϋπόθεση το κεκτημένο ότι το κάθε σχήμα θα καταλήγει στις διαδικασίες του και θα παλεύει για την ενίσχυση του δικτύου των ΕΑΑΚ. Οι κινήσεις διασπάσεων σχημάτων και δημουργίας νέων τη δεδομένη περίοδο, έρχονται σαν επακόλουθο της σύγκρουσης ανταγωνιστικών σχεδίων μέσα στα ΕΑΑΚ. Απουσία πάντως κινηματικών διεργασιών δεν εκτιμούμε ότι πρόκειται να προχωρήσει η ενοποίηση σχημάτων σαν απόρροια πολιτικών συγκλίσεων όπως έχει αποδείξει και η ιστορία.
64. Στη δεδομένη πολιτική συγκυρία και βάση των εκτιμήσεων που κάνουμε σχετικά με τα πολιτικά μέτωπα και τις δυνατότητες που έχουν, αλλά και τα χαρακτηριστικά του ίδιου του φοιτητικού σώματος, κρίνεται αναγκαία η συνεχής πολιτικοποιήση των κοινωνικοπολιτικών συσπειρώσεων σε αντικαταπιταλιστική κατεύθυνση. Η συσπείρωση μπλοκ πάνω σε επιμέρους ζητήματα και στις υλικές νίκες προφανώς και πρέπει να χρησιμοποιείται εργαλειακά, ωστόσο κρίνεται αναγκαίο στο σήμερα να συνοδεύεται από το άνοιγμα του συνολικού μας πολιτικού σχεδίου και την ανάπτυξη πολιτικών δεσμών με το ευρύτερο μπλοκ αγώνα. Έτσι θα προσπαθήσουμε να διαμορφώνουμε μια πιο σταθερή δυναμική που δεν θα έχει απλώς μια αναφορά στο σχήμα, αλλά θα συμβάλλει ενεργά στην πολιτική του λειτουργία του σχήματος και θα είναι αναπόσπαστο κομμάτι του ευρύτερου αγωνιστικού μετώπου ρήξης ανατροπής.
65. Ως Αριστερή Συσπείρωση θα παλέψουμε όσο περνάει από το χέρι μας να τραβήξουμε το μόρφωμα σε μια κατεύθυνση κοινού κινηματικού βηματισμού πάνω στην πολιτική πρόταση και το σχεδιασμό που περιγράφουμε για το κίνημα. Τα ΕΑΑΚ στο σήμερα προκειμένου επιτελέσουν τα αναβαθμισμένα καθήκοντα τους καλούνται να πατήσουν πάνω στα ιστορικά τους πολιτικά και συλλογικά τους κεκτημένα και να βαθύνουν συγκεκριμένα φυσιογνωμικά τους χαρακτηριστικά. Πιο συγκεκριμένα τα ΕΑΑΚ θα πρέπει να τοποθετούνται:
Α) Ενάντια στις κυβερνήσεις, ΕΕ και αστικά επιτελεία σε σύγκρουση με τα σχέδια εντός και εκτός μορφώματος που καλλιεργούν αυταπάτες κυβερνησιμότητας και αναζητούν συμμαχίες με κομμάτια της αστικής τάξης. Κομβικό στην περίοδο είναι το πολιτικό αίτημα για ανατροπή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Β) Κόντρα στις λογικές συνδιαχείρισης και συνδιαλλαγής με τους εκφραστές του κεφαλαίου. Ξέχωρα από τον επίσημο συνδικαλισμό των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και το συντεχνιακό δρόμο για κλαδική εξαιρεση από την επίθεση του κεφαλαίου.
Γ) Ενάντια στις πτυχές της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης και τους φορείς επιβολής τους στον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Μακρία από μια λογική αποδοχής ενός καλύτερου νόμου.Μακριά από λογικές συνδιοίκησης και κατάληψης θέσων στα όργανα διοίκησης των ιδρυμάτων.
Δ) Απέναντι στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και τους ανταγωνισμούς τους και υπέρ της αντικαπιταλιστικής εξόδου την ΟΝΕ, την Ε.Ε και το ΝΑΤΟ.
66. Δύο χρόνια και πλέον μετά από την κουβέντα που έχει ανοίξει σχετικά με το ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ δεν εκτιμούμε ότι στη δεδομένη πολιτική συγκυρία είναι εφικτό σενάριο η ένταξή τους στα ΕΑΑΚ (ειδικά της ΑΡΕΝ). Σε κάθε περίπτωση, ενώ το σχέδιο της πολιτικής διεύρυνσης και της ένταξης των ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ στα ΕΑΑΚ για εμάς συνεχίζει να αποτελεί στόχο, στη συγκυρία πρέπει να προσπαθήσουμε να απεμπλακούμε από μια αέναη κουβέντα περί πολιτικής διεύρυνσης και υπέρβασης των ΕΑΑΚ, μετρώντας παράλληλα βήματα στη μαζικοποίηση των σχημάτων μας. Η πολιτική διεύρυνση στο σήμερα περνάει μέσα από την ενίσχυση και μαζικοποιήση των σχημάτων, την επανοηματόδοτηση τους ως εργαστήρι πολιτικής και πολιτική πρωτοπορία στο εσωτερικό των συλλόγων. Η καθημερινή μας τριβή με τις μάζες και η χαμηλή πολιτική δουλειά στο εσωτερικό των συλλόγων με βάση το πολιτικό σχέδιο το οποίο περιγράφουμε θα οδηγήσει στην επανοηματοδότηση του Φοιτητικού Συνδικαλισμού, την συσπείρωση και στράτευση των μαζών πάνω στο αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής και θα απεμπλέξει το μόρφωμα από το τέλμα το οποίο έχει φτάσει. Όσο αυτό δεν πραγματοποιείται και τα σχήματα των ΕΑΑΚ δεν παρουσιάζουν πολιτικά αποτελέσματα στο εσωτερικό των συλλόγων, η διαλυτοποιητική κατάσταση στο εσωτερικό του μορφώματος ολοένα και θα εντείνεται.
67. Στο κρίσιμο αυτό σταυροδρόμι για τα ΕΑΑΚ, την Επαναστατική Αριστερά και το φοιτητικό κίνημα οι καθαρές απαντήσεις είναι μονόδρομος και τα μισόλογα και ίσες αποστάσεις πρέπει να είναι παρελθόν. Ως Αριστερή Συσπείρωση με όλες τις δυνάμεις μας θα παλέψουμε στο εσωτερικό των σχημάτων και του δικτύου για τη δημοκρατική οργάνωση και ανασυγκρότηση των ΕΑΑΚ. Τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης αποτελεσματικής μετωπικής πρότασης συσπείρωσης των πολύμορφων ριζοσπαστικών, μαχητικών και αντικαπιταλιστικών τάσεων της σπουδάζουσας νεολαίας που θα θέτει ως στόχο την ενίσχυση και πολιτική διεύρυνση των σχημάτων που συγκροτούν την Ενιαία Ανεξάρτητη Αριστερή Κίνηση και την ηγεμονία-πάλη της επαναστατικής γραμμής στο πεδίο των μαζών. Πρέπει να σταματήσουν οι λογικές διπλής ένταξης στα ΕΑΑΚ που υλοποιούνται από συγκεκριμένες αντιλήψεις και σχήματα με επιχείρημα την αυτοτέλεια των σχημάτων, καθώς αφενός διαστρεβλώνουν το μοντέλο λειτουργίας των ΕΑΑΚ και αφετέρου υπομονεύουν το ίδιο το μόρφωμα καταλήγοντας στην πολιτική συγκόληση ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ μέσω μιας σειράς αλχημειών, ωσμώσεων και ανασυνθέσεων διαχέουν αποσυγκροτώντας τα ΕΑΑΚ για χάρη ενός φαντασιακού παναριστερού μετώπου νεολαίας.
68. Ο δρόμος της επανίδρυσης των ΕΑΑΚ δε θα είναι εύκολος, αλλά είναι αναγκαίος άμα θέλουμε να βγουν από την κατάσταση που διέρχονται το τελευταίο χρονικό διάστημα. Ο δρόμος αυτός περνάει μέσα από τη γόνιμη συζήτηση στο εσωτερικό των σχημάτων και του μορφώματος, την πάλη της γραμμής τους στο πεδίο των μαζών και την ουσιαστική και όχι επίπλαστη πολιτική τους ενοποίηση πάνω στην πρόταση για το φοιτητικό κίνημα. Σε αυτήν την κατεύθυνση για το επόμενο διάστημα θεωρούμε αναγκαίο να γίνουν τα παρακάτω βήματα:
1) Συζήτηση στο εσωτερικό τους πάνω στα επίδικα της περιόδο με στόχο την χάραξη μιας μάχιμης γραμμής στο εσωτερικό των φοιτητικών συλλόγων που θα παλεύει για την ανατροπή του νόμου Γαβρογλου, της Κυβέρνησης και της αναδιάρθρωσης.
2) Βάθεμα της πολιτικής κουβέντας στο εσωτερικό τους με σκοπό να υπάρξει βαθύτερη πολιτική συμφωνία και ξεκάθαρη αντικυβερνητική, αντιαναδιαρθρωτική, αντισυνδιαχειριστική, αντι-ΕΕ στάση και πρακτική σύμφωνα με τα πολιτικά και συλλογικά τους κεκτημένα (όπως αναγράφονται στο σημείο 65).
3) Δημοκρατική συζήτηση στο εσωτερικό του μορφώματος (διαδικασίες σχημάτων-συντονιστικά) και κατάκτηση να καταλήγουμε στις διαδικασίες μας με σκοπό να ενοποιούμαστε πάνω στην πολιτική πρόταση στο κίνημα και να υλοποιούμε από κοινού (όλα τα σχήματα) ένα κοινό μάχιμο κινηματικό σχεδιασμό.
4) Μαζικοποίηση των σχημάτων στους κοινωνικούς χώρους-Φοιτητικούς Συλλόγους και ενίσχυση της επαναστατικής-αντικαπιταλιστικής γραμμής στο πεδίο των μαζών.
69. Έχουμε δρόμο μπροστά μας για να βρεθούμε στο σημείο επανίδρυσης των ΕΑΑΚ που θα θέλαμε, όχι με όρους αλχημείας αλλά μέσω της υλοποίησης ενός μάχιμου κοινού κινηματικού-πολιτικού βηματισμού. Των ΕΑΑΚ ως κοινωνικό και πολιτικό κινηματικό πυροδότη για τις μικρές και μεγάλες μάχες της νέας γενιάς. Είμαστε απόλυτα αποφασισμένοι να προχωρήσουμε σε αυτήν την κατεύθυνση μέσα από την πάλη για την ηγεμονία μιας επαναστατικής-αντιδιαχειριστικής γραμμής στο εσωτερικό τους.