nomos-plaisio-foititiko-kinima-696x496Μετά από σχεδόν τρία χρόνια τα ΕΑΑΚ καλέστηκαν να συμμετάσχουν στο διήμερο πανελλαδικό συντονισμό τους που είχε οριστεί στις 15 και 16 Απριλίου. Μία πληθώρα κειμένων από διάφορα σχήματα φρόντιζε όλο το προηγούμενο διάστημα να υπογραμμίζει την αναγκαιότητα, τη σημασία και τη χρησιμότητα που θα είχε να βρεθούν τα σχήματα μετά από τόσο καιρό και να συζητήσουν σε σχέση με την πολιτική συγκυρία και τις σκληρές τομές που επιχειρεί το αστικό πολιτικό σύστημα σε επίπεδο εκπαίδευσης και εργασίας αλλά και να καταλήξουν σε μια πολιτική πρόταση για τους φοιτητικούς συλλόγους και τη νεολαία. Αυτές δεν ήταν μονάχα σκέψεις δικές μας αλλά και σκέψεις σχημάτων που καλούσαν στον πανελλαδικό διήμερο συντονισμό.

Τα ΕΑΑΚ που αποτελούν την πιο αυθεντική έκφραση του φοιτητικού κινήματος και του μάχιμου συνδικαλισμού στις σχολές, βρίσκονται σήμερα μπροστά σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι ενόψει μιας ιστορικής μάχης για την γενιά μας που θα καθορίσει τους όρους ύπαρξής της για τα επόμενα χρόνια. Είτε θα επιλέξουν να αναζωογονήσουν την πολιτική τους λειτουργία και να στραφούν στα εργαλεία που ιστορικά αναφέρονται ρίχνοντας βάρος στην ανασυγκρότηση των συλλόγων και την απάντηση στους νόμους του Υπουργείου, είτε θα συμπαρασυρθούν από την μετατόπιση του συσχετισμού δύναμης και θα καταλήξουν από τη μια αντικαπιταλιστικοί πολιτικοί πυρήνες αποκομμένοι από τις φοιτητικές μάζες και από την άλλη μία ακόμη εκδοχή της αριστερής συνδιαχείρισης κόντρα στον αυταρχικό κατήφορο. Η επιλογή σε αυτό το σταυροδρόμι είναι που τελικά θα κρίνει και την έκβαση των αποτελεσμάτων σχετικά με το μέλλον και τις προοπτικές των ανεξάρτητων αριστερών σχημάτων.
Είναι ξεκάθαρο ότι μετά την εκλογή της ΝΔ στην κυβέρνηση το πολιτικό σύστημα πέρασε σε μια νέα φάση θωράκισης με σκληρό τρόπο πάνω στον αστικό σχεδιασμό για την επόμενη μέρα. Σε αυτή την βάση η αστική στρατηγική έχει καταφέρει να μετρήσει βήματα ελλείψει μιας οργανωμένης απάντησης από πλευράς κινήματος και να προχωρήσει σε σκληρές τομές σε επίπεδο εργασίας και εκπαίδευσης. Κοινό στοιχείο της επίθεσης είναι η αποσυγκρότηση και διάλυση των συλλογικών δομών υπεράσπισης των εργατολαϊκών συμφερόντων και η σκληρή συμπίεση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων κι ευρύτερων κοινωνικών κατηγοριών όπως η νεολαία με την βίαιη απόσπαση ιστορικών κατακτήσεων. Βασικός κόμβος λοιπόν της συγκυρίας είναι η άνευ προηγουμένου επίθεση στους Φοιτητικούς Συλλόγους, το Άσυλο και τον συνδικαλισμό, πράγμα που πρέπει να αποτελέσει σημείο σκληρής αντιπαράθεσης για τα ίδια τα ΕΑΑΚ. Πάνω σε αυτή την κουβέντα απαιτείται από πλευράς τους η ανάγνωση των πραγματικών διαστάσεων και χαρακτηριστικών της επίθεσης με τους όρους που ανέκαθεν το έκαναν στις πανελλαδικές και κατά πόλεις διαδικασίες τους, με ανοιχτή αντιπαράθεση και διαπάλη των διαφορετικών προτάσεων και σχεδίων, μακριά από τις κυρίαρχες όψεις μιας αστικής αντίληψης της πολιτικής.
Σε αντιδιαστολή με τις ευθύνες που καλούνται να σηκώσουν στις πλάτες τους τα σχήματα και εκατοντάδες αγωνιστές πανελλαδικά με σκοπό την ανασυγκρότηση και αγωνιστική ενεργοποίηση των φοιτητικών συλλόγων, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια προκαθορισμένη – προαποφασισμένη προσπάθεια διάλυσης της διαδικασίας από τις πολιτικές αντιλήψεις του ΝΑΡ και της ΑΡΑΣ. Σε αντίθεση με όσα διατυμπάνιζαν για την αναγκαιότητα πανελλαδικού συντονισμού που θα καταλήξει σε κοινό βηματισμό, με αντίστοιχες ανακοινώσεις-καλέσματα από τα σχήματα που παρεμβαίνουν, οι αντιλήψεις αυτές φάνηκε από την πρώτη στιγμή ότι επέλεξαν ένα εντελώς διαφορετικό σχέδιο αποσυγκρότησης και διάλυσης της διαδικασίας. Τα όσα εξελίχθηκαν κατά την έναρξη του πανελλαδικού διημέρου, έφεραν ξανά εντός της κουβέντας των ΕΑΑΚ τακτικές υπονόμευσης της λειτουργίας του δικτύου που καταλήγουν στη διάλυσή του.
Η κουβέντα που άνοιξε ήδη πριν το συντονιστικό από τις παραπάνω αντιλήψεις, έδειξε τις πραγματικές διαθέσεις που είχαν για την πανελλαδική διαδικασία των ΕΑΑΚ. Οι τακτικισμοί που επέλεξαν γύρω από το οργανωτικό μοντέλο της διαδικασίας, τον αριθμό των τοποθετήσεων και τον αποκλεισμό σχεδόν των μισών σχημάτων πανελλαδικά έκαναν ξεκάθαρο ότι σκοπός τους δεν ήταν μία ζωντανή διαδικασία έκθεσης, συζήτησης και αντιπαράθεσης των πολιτικών γραμμών και σχεδίων με ορίζοντα τον συντονισμό των σχημάτων σε ένα κοινό βηματισμό για τους συλλόγους. Αντίθετα, σκοπός ήταν η ανάδειξη επίπλαστων συσχετισμών εντός του δικτύου, ο μικροηγεμονισμός και η επιβολή τελικά της πρωτοκαθεδρίας της μιας αντίληψης πάνω στην άλλη. Εμείς επιλέξαμε να μην μπούμε σε αυτή τη μάχη ενός επίπλαστου συσχετισμού αλλά να διασφαλίσουμε τον ενιαίο συντονισμό των σχημάτων. Η επιλογή αυτή επιβεβαιώθηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας όπου η πολιτική αντίληψη της ΑΡΑΣ έθεσε σαν βέτο το κλειστό μοντέλο καταλόγου τοποθετήσεων με τον αποκλεισμό δεκάδων σχημάτων πανελλαδικά κυρίως πολυτασικών προσπαθώντας ουσιαστικά να εξωθήσει την αντίληψη της ΑΡΑΝ εκτός της διαδικασίας στερώντας τους τη δυνατότητα να τοποθετηθούν, επικαλούμενοι μια φαντασιακή πλειοψηφία και μάλιστα εντός των πολυτασικών σχημάτων που καμία σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα του δικτύου. Από την άλλη η αντίληψη της νΚΑ σαν έτοιμη από καιρό αξιοποίησε αυτούς τους τακτικισμούς για να αποχωρήσει από το συντονιστικό, στήνοντας – για ακόμα μια φορά - μια παράλληλη διαδικασία σε ένα άλλο αμφιθέατρο εξυπηρετώντας για άλλη μια φορά το σχέδιο της συγκρότησης ενός άλλου στα μέτρα της ελεγχόμενου αντικαπιταλιστικού πόλου που ούτως ή άλλως έχει προχωρήσει τις διαδικασίες.
Αλίμονο αν στα πλαίσια της διαπάλης των πολιτικών αντιλήψεων στο εσωτερικό των ΕΑΑΚ ηγεμονική είναι μια πολιτική πρόταση που δεν μπορεί να αποτυπώσει την πολιτική ηγεμονία και εγγυηθεί το συντονισμό των σχημάτων και την κατάληξη της κουβέντας με ενιαίο τρόπο, αλλά μετράει τοποθετήσεις και επιχειρεί αποκλεισμούς. Αλίμονο αν η πραγματική απάντηση σε αυτή την επιλογή έχει να κάνει με οργανωτικά μέτρα όπως, η αποχώρηση από την διαδικασία του πανελλαδικού συντονιστικού και η οργάνωση παράλληλης μειοψηφικής διαδικασίας που επέλεξε να κάνει η νΚΑ από κοινού με την ΑΡΑΝ, θυμίζοντας εποχές όπου με αποτυχημένο τρόπο επιχειρούσε να περιγράψει την επόμενη μέρα για το μόρφωμα όχι μέσω της πολιτικής διαπάλης αλλά μέσω διαγραφών και περιθωριοποίησης ολόκληρων αντιλήψεων. Κίνηση που στο παρελθόν έχει στραφεί απέναντι στην ΑΡΑΣ και την ΑΡΙΣ χωρίς αποτέλεσμα. Σε αυτό το επίπεδο ευθύνη αντιστοιχεί στην ΑΡΑΝ η οποία τυχοδιωκτικά επιλέγει πάντα στις κρίσιμες στιγμές την αγκίστρωση σε ένα πολιτικό σχέδιο το οποίο έχει ήδη απορρίψει στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο και το αντιμάχεται τουλάχιστον σε επίπεδο εξαγγελιών στο φοιτητικό προκειμένου να αντλήσει πρόσκαιρα οφέλη. Για τη στάση τους αυτή θα πρέπει να προβληματιστούν καθώς εξυπηρετούν αντικειμενικά ανταγωνιστικό πολιτικό σχέδιο με αυτό το οποίο δηλώνουν ότι υπηρετούν.
Σε μία συγκυρία υποχώρησης του φοιτητικού συνδικαλισμού, αποδιοργάνωσης των πολιτικών και κοινωνικών πρακτικών αλλά και πτώχευσης του πολιτικού προβληματισμού και διαλόγου η ενίσχυση του ρεύματος των ανεξάρτητων αριστερών σχημάτων που συγκροτούν τα ΕΑΑΚ απαιτεί έναν πλατύ και οριζόντιο συντονισμό που δεν θα καναλιζάρει την κουβέντα αλλά θα την ανοίγει στους αγωνιστές και τα σχήματα που συσπειρώνονται στα ΕΑΑΚ, δίνοντας ισότιμο βήμα σε όλους και όχι μόνο στους «λίγους» κι «εκλεκτούς».
Σε αυτή την τοποθέτηση φαίνεται και η προσχηματική συζήτηση για το άνοιγμα του δικτύου και τη συνεργασία με άλλα σχήματα και κινήσεις. Επιβεβαιώνεται αντικειμενικά με κυνικό τρόπο ότι η συζήτηση περί συνεργασιών έχει ως στόχο αποκλειστικά και μόνο τη διαμόρφωση συσχετισμών στο μικροχώρο και όχι το άνοιγμα και τον πολλαπλασιασμό των δυνάμεων στις μάχες. Οι ασκήσεις αριθμητικής και η κατάρτιση καταλόγων ώστε να αποκλειστούν κάθε φορά κάποιες αντιλήψεις ακόμα και εάν αυτές είναι συμπληρωματικές δικών τους πολιτικών αφηγήσεων για τη νεολαία, δείχνει το κενό της αφήγησης και τη στενότητα της πολιτικής γραμμής, αλλά και αναδεικνύει ένα πρόβλημα αντίληψης την οποία διαπερνά κάθετα μία τάση ρεβανσισμού , ιδιοκτησίας, και γραφειοκρατικού ηγεμονισμού. Συνήθως είναι τάσεις που αναπαράγονται στα συνέδρια κομμάτων και πολιτικών μετώπων, τα οποία βρίσκονται σε κρίση και απόσταση από το βασικό υποκείμενο αλλά και το αντικείμενο της δράσης τους και φανερώνουν τη φθορά εάν όχι τη χρεοκοπία τους.
Η διεξαγωγή δύο παράλληλων συντονισμών στην οποία οδηγήθηκαν τα σχήματα αποτελεί κορύφωση της υποχώρησης ιστορικών ρευμάτων εντός του δικτύου που στα πλαίσια της αδυναμίας να απαντήσουν στα ερωτήματα της συγκυρίας, έχουν αποδεχτεί την ήττα, τη συρρίκνωση και τελικά τη μειοψηφική απεύθυνση στα κλειστά ακροατήρια της αριστεράς, μακριά από τη νεολαία και τα πληττόμενα κομμάτια. Η επιλογή που έχει παρθεί εδώ και αρκετό καιρό από την πολιτική αντίληψη της νΚΑ, να μη συμμετέχει σε συντονιστικά των ΕΑΑΚ (συντονιστικό πόλης στη Θεσσαλονίκη) και παράλληλα να καλεί σε συγκρότηση νέων πόλων και συμμαχιών των «αντικαπιταλιστικών δυνάμεων» μέσα στα πανεπιστήμια (πανελλαδικό συντονιστικό «αντικαπιταλιστικών σχημάτων» στην Αθήνα), φανερώνει ότι η συνιστώσα αυτή μπορεί να υπάρχει πολιτικά μόνο με τον όρο της απόλυτης κυριαρχίας, την οποία επιζητεί για να επιβεβαιώσει την αφήγησή της. Από τη στιγμή λοιπόν που η αριθμητική και η γεωμετρία δε δίνει σε καμία περίπτωση το άθροισμα που απαιτείται επιλέγει τον αναχωρητισμό, λούζοντας και πετροβολώντας τους υπόλοιπους με χαρακτηρισμούς που δεν αντιστοιχούν ούτε σε πολιτικούς αντιπάλους.
Αλλά και η επιλογή της ΑΡΑΣ να συντονίζεται χωρίς αντίστοιχες πολιτικές τριβές και με μικροηγεμονισμούς με τα σχήματα της ΑΡΕΝ προσυπογράφουν ένα σχέδιο εκφυλισμού και διαλυτοποίησης του δικτύου των ΕΑΑΚ, με σκοπό τη μεταφορά δυναμικού των σχημάτων σε ένα πεδίο στο οποίο θα μπορούν να δικαιολογήσουν το αφήγημά τους πλάθοντας πλειοψηφία με τον εαυτό τους, και με τάσεις ρεβανσισμού απέναντι σε όλα τα ρεύματα που συγκρότησαν ιστορικά το δίκτυο. Είναι ενδεικτικό ότι προκειμένου να δώσουν βάση στο αφήγημα αυτό, περιεργάζονται τη δημιουργία παράλληλων με τα ΕΑΑΚ μετώπων ή συντονισμών με άλλα πολιτικά ρεύματα, κομμάτι των οποίων όχι μόνο βρίσκονταν πολύ μακριά από τις παρακαταθήκες και τον τρόπο παρέμβασης των πολιτικοσυνδικαλιστικών σχημάτων στις σχολές και ανταγωνιστικά προς την ίδια την ΑΡΑΣ ακόμα και σήμερα, αλλά κατά καιρούς λειτούργησε ανταγωνιστικά προς το μαζικό λαϊκό κίνημα και τους φορείς του. Είναι τελικά τα σχέδια αυτά διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος, δηλαδή μιας αντίληψης που στη συγκυρία της πιο σκληρής επίθεσης στη νεολαία και τους συλλογικούς φορείς οργάνωσης και πάλης της, στρέφει το βλέμμα στην εσωτερική αντιπαράθεση και συγκόληση της αριστεράς, για να διατηρήσει απλά την ύπαρξη της.
Τα ΕΑΑΚ αποτέλεσαν ιστορικά το σημείο συνάντησης των δυνάμεων της επαναστατικής αριστεράς με τα ευρύτερα νεολαιίστικα ρεύματα του ριζοσπαστικού και αριστερόστροφου προβληματισμού. Η ίδια τους η συγκρότηση, η ανάδρασή τους με άλλα πολιτικά ρεύματα αλλά και το ανεξάρτητο δυναμικό των κοινωνικών χώρων, προϋπέθετε μία πολιτική λειτουργία και φυσιογνωμία που απέχει μακράν από τους κλειστούς καταλόγους, τις πλειοδοσίες και μειοδοσίες των τοποθετήσεων στο εσωτερικό πολιτικό χρηματιστήριο. Το ανοιχτό μοντέλο λειτουργίας, τόσο ως δομή όσο και ως τρόπος και μορφή συζήτησης, αποτέλεσε το κύριο πεδίο τριβής, διαπάλης και σφυρηλάτησης μίας κοινής πολιτικής κατεύθυνσης στην πράξη. Πολύ περισσότερο συμπύκνωνε μία διαφορετική αντίληψη γύρω από την ηγεμονία ως συνεχές επίδικο αντικείμενο της πολιτικής διαπάλης που πρέπει να κατακτιέται ανοιχτά στις διαδικασίες τους, μέσα από τη σύνθεση των πολιτικών γραμμών γύρω από το κοινωνικό ζήτημα και τη νεολαία και όχι από τους σχεδιασμούς των επιτελικών γραφείων τα οποία ούτως ή άλλως έχουν μεταξύ άλλων και μικρή ζύμωση με την κοινωνία. Αυτή ήταν και παραμένει η επιτυχία τους όπου στον κοινωνικό χώρο παρέμβασης καταφέρνουν να εμπλέκονται και να μπολιάζουνε ευρύτερα κοινωνικά ακροατήρια με πολιτικό πρόγραμμα, πρωτοβουλίες και πρακτικές που υπερβαίνουν κατά πολύ το πολιτικό βάρος των οργανώσεων και συνιστωσών. Αυτή τη θέση την υπηρετεί ακόμα η ΑΡΙΣ , στο παρελθόν και σε κάποιο βαθμό θέλουμε να αναγνωρίζουμε ακόμα η ΑΡΑΣ και ΑΡΑΝ ως ρεύματα που γεννήθηκαν και έχουν αναφορά στο πολιτικό εγχείρημα των Αριστερών Συσπειρώσεων, όπου το βάρος των πολιτικών τους πρωτοβουλιών μέσα από τα σχήματα, υπερβαίνει κατά πολύ το βάρος των ίδιων των οργανώσεων. Ως αποτέλεσμα αυτής της παρακαταθήκης, τα ΕΑΑΚ χωρίς να κλείνουν την πόρτα σε αγωνιστές, σχήματα ή άλλα ρεύματα που βλέπουν τον εαυτό τους στο εσωτερικό του δικτύου και των σχημάτων, πέτυχαν στην πράξη μία φυσιογνωμία, ένα τρόπο λειτουργίας και ένα στυλ δουλειάς που κατάφερε άλλοτε περισσότερο και άλλοτε όχι τόσο αποτελεσματικά να αναμετρηθεί με τις εκάστοτε αστικές πολιτικές πετυχαίνοντας σημαντικές νίκες σε επίπεδο κοινωνικού χώρου και συνέβαλε στη βίαιη εισβολή του νεολαιίστικου παράγοντα στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό.
Από τη συγκυρία που δημιουργήθηκαν μέχρι σήμερα οι διάφορες ιστορικές καμπές και οι συνολικές κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές έχουν μετασχηματίσει τα ρεύματα και τις δυνάμεις που παρεμβαίνουν στο εσωτερικό τους δημιουργώντας πολλαπλές αποκλίσεις στην ενότητα περιεχομένου-πρακτικής-τακτικής και στρατηγικού στόχου. Ωστόσο οι ακόμα και οι μεγαλύτερες διαφωνίες δεν αποτέλεσαν ποτέ εμπόδιο για τον ανοιχτό πολιτικό διάλογο ακόμη και όταν οι διαχωριστικές γραμμές δεν μπορούσαν να συγκλίνουν απαραίτητα σε μία ενιαία πολιτική πρακτική και μία κοινή πολιτική κατεύθυνση στην πράξη. Γι' αυτό οι συνεχόμενες εκφυλιστικές πρακτικές και η αδυναμία των ΕΑΑΚ να συνεδριάσουν για μία ολόκληρη χρονιά, τόσο σε επίπεδο πόλεων όσο και σε κεντρικό επίπεδο, πρέπει να προβληματίσει όλους τους αγωνιστές και τα σχήματα που συσπειρώνονται στο εσωτερικό τους, τοποθετούμενοι πάνω στο υπαρκτό πλέον ερώτημα της ύπαρξης του δικτύου.
Η Αριστερή Συσπείρωση, όπως και στη συγκυρία του 2015, όπου στο εσωτερικό του μορφώματος επιχειρούνταν η υπέρβαση και διάλυση του δικτύου από την ΛΑΕ με σκοπό την ενίσχυση της κομματικής της παρουσίας μέσα στα πανεπιστήμια, έτσι και σήμερα στέκεται ενάντια σε οποιαδήποτε λογική αποσκοπεί, αξιοποιώντας την ιστορική παρακαταθήκη και βάρος των ΕΑΑΚ, να εξυπηρετήσει τους δικούς της σκοπούς αυτοσυγκρότησης, καταλήγοντας να εκφυλίζει το μόρφωμα και τις διαδικασίες του. Το σχέδιο αυτό απαντήθηκε μαζικά από τα ίδια τα σχήματα και το δυναμικό των ΕΑΑΚ μέσα από πολιτική διαπάλη σε κάθε κοινωνικό χώρο αλλά και στο ίδιο το μόρφωμα, γι' αυτό και κατέληξε σε υποχώρηση και τελικά αποδοχή της ιστορικής παρακαταθήκης, λειτουργίας και κατεύθυνσης των ΕΑΑΚ παρά τις τότε τοποθετήσεις για νέα δίκτυα και παναριστερά μέτωπα νεολαίας.
Σαφέστατα η μάχη γύρω από τη φυσιογνωμία και την πολιτική κατεύθυνση του μορφώματος δεν περνάει μέσα από οργανωτικά μέτρα και αποφάσεις εξώθησης ολόκληρων αντιλήψεων, όπως επιχειρήθηκε από το ΝΑΡ και την ΑΡΑΝ που συντονισμένα επιχείρησαν αντίστοιχα μία προηγούμενη περίοδο την εξώθηση της ΑΡΑΣ προκειμένου να δημιουργήσουν έναν πολιτικό χώρο στον οποίο οι δυο τους θα επέβαλαν ένα πολιτικό σχέδιο θολό ίσως, ή μία ηγεμονία έναντι της ΑΡΙΣ το λιγότερο, αξιοποιώντας όμως τη συμβολή και την πολιτική παρακαταθήκη της ΑΡΑΣ που εξωθούσαν και της ΑΡΙΣ που επιχειρούσαν να ενσωματώσουν. Αλλά και αργότερα ως ρεβάνς ενδεχομένως προς την τότε στάση της ΑΡΙΣ με νέα προσπάθεια από τη μεριά του ΝΑΡ και προσπαθώντας να προσθέσουν αυτή τη φορά την ΑΡΑΣ σε μια νέα γεωμετρία ώστε να επιβάλλουνε την εξώθηση της ΑΡΙΣ. Όλες αυτές οι προσπάθειες πέσανε στο κενό. Σε αυτές τους τις εγκλείσεις για εξώθηση αντιλήψεων από το δίκτυο σταθήκαμε εμπόδιο δίνοντας ξεκάθαρα τη μάχη απέναντι στο αρχικό πολιτικό σχέδιο της ΛΑΕ αλλά και κάθε σχέδιο παραταξιοποίησης ή πτέρυγας των ΕΑΑΚ σύμφωνα με το ΝΑΡ. Το ιστορικό βάρος και η δυναμική και απεύθυνση των ΕΑΑΚ όμως ήταν πάντοτε ο βασικός λόγος που εμπόδιζε τέτοιες προσπάθειες να πραγματοποιηθούν. Η ανάγνωση ότι η παρακαταθήκη τους όχι με την ιστορικοαναφορική έννοια αλλά με το κεκτημένο ενός συνόλου πρακτικών και μαχών μέσα στη νεολαία, που διαπερνά το σύνολο των οργανώσεων και αθροίζει πολλαπλάσια από το άθροισμά τους στη νεολαία σε κάθε ιστορική περίοδο, είναι ένα δεδομένο που ζύγιζε πάντοτε στο τέλος υπέρ των αναγκαίων υποχωρήσεων. Ακριβώς αυτό μετρώντας και αναγνωρίζοντας, η τοποθέτηση της ΑΡΙΣ απέναντι σε τέτοιου είδους σχέδια είναι ξεκάθαρη όπως και τότε έτσι και σήμερα ότι τα ΕΑΑΚ είτε θα συζητούν και θα λειτουργούν με όλες τις αντιλήψεις στο εσωτερικό τους, είτε δε θα υπάρχουν.
Κάνουμε ξεκάθαρο σε όλους τους τόνους, πως τα ΕΑΑΚ είτε συζητάνε με ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτικών αντιλήψεων και σχημάτων, είτε δεν συζητούν. Διαδικασίες συντονισμών όπου το παραπάνω κριτήριο προσπερνάται, δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση διαδικασίες των ΕΑΑΚ, αλλά αυτοτελείς συντονισμοί των πολιτικών αντιλήψεων, ένα είδος συγκρότησης της κομματικής νεολαίας τους μέσα στο πανεπιστήμιο. Έχουμε και εμείς τέτοιες διαδικασίες εξίσου μαζικές μάλλον και περισσότερο με βάση τα τελευταία δείγματα, αλλά δεν τις ονομάζουμε πανελλαδικό διήμερο των σχημάτων των ΕΑΑΚ.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση υποστηρίζουμε την ανοιχτή πολιτική φυσιογνωμία του δικτύου των ΕΑΑΚ που ενισχύει τα σχήματα και τις αυτοτελείς διαδικασίες συντονισμού τους, ενάντια στην προσπάθεια μεταφοράς της συζήτησης και αντιπαράθεσης σε επίπεδο πολιτικών γραφείων οργανώσεων. Για μας είναι σαφές ότι ο τρόπος πολιτικής λειτουργίας του μορφώματος, οι διαδικασίες συντονισμού και η δομή τους είναι άρρηκτα δεμένα με τη γραμμή της Αριστεράς, τις νίκες ή τα προχωρήματά της όσο και τις ήττες, τους αναχωρητισμούς και τις παλινωδίες της. Η πραγματική απάντηση στα εσωτερικά αδιέξοδα των ΕΑΑΚ δεν θα προκύψει ούτε με φυγές σε παράλληλα δίκτυα και συντονισμούς ούτε μέσα από την πάλη για το «πολιτικό περιεχόμενο». Αναγκαστικά θα αναμετρηθεί με τις αδυναμίες ενεργοποίησης των Φοιτητικών Συλλόγων στοχεύοντας στην αναζωογόνηση της κουβέντας, των διεργασιών, των κοινωνικών πρακτικών στο εσωτερικό τους και την εκπροσώπηση αυτού που σήμερα θα αποτελούσε μία κοινότητα συμφερόντων για τη νεολαία. Η αδυναμία εσωτερικής πολιτικής λειτουργίας των ΕΑΑΚ συναρτάται επομένως με την αδυναμία τους να φέρουν τη νεολαία σε καλύτερες θέσεις μάχης απέναντι στην επίθεση που δέχεται σε όλα τα επίπεδα.
Αναγνωρίζουμε τη συμβολή όλων των αντιλήψεων στο επίπεδο των αγώνων όπως και την ιστορική τους συγκρότηση και παρουσία και τους καλούμε να αναλάβουν την ευθύνη για τη λειτουργία και την ύπαρξη του δικτύου, που όπως αναφέρθηκε είτε θα αποτελείται από το σύνολο των ρευμάτων που το συγκρότησαν και συμμετέχουν σε αυτό με στόχο την περαιτέρω διεύρυνσή του, είτε θα σταματήσει να υπάρχει. Σε αυτή τη βάση πρέπει το μόρφωμα να προχωρήσει το αμέσως επόμενο διάστημα σε πανελλαδική διαδικασία όπου θα δοθεί η δυνατότητα σε όλα τα σχήματα και αντιλήψεις να προσφέρουν στην αναγκαία κουβέντα για την επόμενη μέρα. Αν τα ΕΑΑΚ στο σύνολό τους θέλουν να αναμετρηθούν με αυτές τις αδυναμίες και τις παθογένειες, πρέπει να ριχτούν στη μάχη της υπεράσπισης των Συλλόγων και της δυνατότητας τους να πραγματοποιούν ακηδεμόνευτα τις συλλογικές τους διαδικασίες. Πρέπει να αναμετρηθούν με τη μαζική έκφραση της σπουδάζουσας νεολαίας σε κατεύθυνση ρήξης με τις αστικές πολιτικές, και με σκοπό η επόμενη μέρα να βγάλει τη νεολαία ενδυναμωμένη απέναντι σε όσα διαλύουν την προοπτική της. Σε αυτήν την υπόθεση, η Αριστερή Συσπείρωση έχει δεσμευτεί και το κάνει έμπρακτα συμβάλλοντας με τη στάση της και αναγνωρίζοντας χωρίς προϋποθέσεις παρά τις σφοδρές και ανήθικες επιθέσεις που έχει δεχτεί τις παρακαταθήκες των συνιστωσών αλλά κυρίως των πολιτικών-συνδικαλιστικών οχημάτων παρέμβασης και την ικανότητά τους να παίξουν ξανά ρόλο πυροδότη για τις μάχες της γενιάς μας.


18/4/2022
Αριστερή Συσπείρωση