Η συγκυρία στην οποία διεξάγονται οι εκλογές έχει ριζικά διαφορετική δεσπόζουσα από εκείνη των προηγούμενων εκλογικών αναμετρήσεων. Στους προηγούμενους εκλογικούς γύρους το διακύβευμα επικεντρώθηκε κυρίαρχα στη δυνατότητα να εκφραστούν σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο οι κινηματικές διεργασίες, η καταδίκη των μνημονιακών πολιτικών δημοσιονομικής πειθαρχίας και κοινωνικής ισοπέδωσης, η απάντηση στη φασιστική απειλή, η ρήξη κοινωνικών στρωμάτων με τη διαχείριση και τη λογική του μικρότερου κακού, η πολιτική έκφραση ενός ριζοσπαστισμού στην κοινωνία απέναντι στα μνημονιακά κόμματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Αριστερή Συσπείρωση επιχείρησε να παρέμβει μέσα στο μέτωπο της ΑΝΤΑΡΣYΑ με στόχο να εκφραστεί ένα μειοψηφικό μεν, υπαρκτό δε πολιτικό ρεύμα μέσα στο κοινωνικό κίνημα. Ο στόχος αυτός δεν επετεύχθη από την ΑΝΤΑΡΣYΑ συνολικά και την Αριστερή Συσπείρωση αναλογικά, παρά κάποιες σημαντικές συμβολές, παρακαταθήκες και αναλαμπές. Η αδυναμία αυτή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι που οδήγησε και στην υποχώρηση της δυναμικής της και την αποχώρηση δυνάμεων σταδιακά και σε διαφορετικές κατευθύνσεις, μεταξύ άλλων και της Αριστερής Συσπείρωσης.
Σήμερα, ως αποτέλεσμα της υπερδεκαετούς κρίσης, των μνημονίων και των κομμάτων που ευθύνονται για την κοινωνική καταστροφή και κυβέρνησαν τη χώρα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) επιβάλλοντάς τα μαζί με διάφορα πολιτικά ρεύματα δεξιάς και κεϋνσιανής προέλευσης και αρχηγικού χαρακτήρα (ΛΑΟΣ, κόμματα Καμμένου, Βαρουφάκης, ΠΟΤΑΜΙ, Πλεύση Ελευθερίας-Κωνσταντοπούλου κλπ), ο ταξικός συσχετισμός δυνάμεων έχει μετατοπιστεί προς όφελος του κεφαλαίου. Η πίεση αυτή έχει επιδράσει στην παρέμβαση και δυναμική των σωματείων, τα κοινωνικά ξεσπάσματα, το χώρο της νεολαίας που βιώνει με ένταση την εργασιακή απαξίωση, τη δυναμική του κινήματος συνολικά, παρά τις αναλαμπές.
Απαιτείται λοιπόν, μία ακόμα μεγαλύτερη προσπάθεια ενίσχυσης και μαζικοποίησης των μορφών οργάνωσης εργαζομένων και νεολαίας.
Ταυτόχρονα ο πόλεμος στην Ανατολική Ευρώπη και η ενεργή συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτόν με την αποστολή πολεμικού εξοπλισμού, μέσω της δολοφονικής δράσης του ΝΑΤΟ και των ισχυρών της ΕΕ που ορέγονται νέα μοιράσματα του πλανήτη, σήμερα στην Ανατολική Ευρώπη, συνεχώς στη Μέση Ανατολή και αύριο στην Ανατολική Ασία, πιέζουν ακόμα περισσότερο το λαό και τη νεολαία. Βάζοντας να πληρώσουν οι λαοί των χωρών του ΝΑΤΟ τουλάχιστον 150 δις σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γ.Γ. του ΝΑΤΟ άμεσα με αποστολές υλικού, και ακόμα περισσότερο με τον πληθωρισμό σε βασικά και αναγκαία είδη. Μία νέα απειλή αρπαγής του περιορισμένου λαϊκού εισοδήματος προς το όφελος των ισχυρών του στρατιωτικού, βιομηχανικού, ενεργειακού και τραπεζικού συμπλέγματος.
Την ώρα που πλειστηριάζεται η πρώτη κατοικία, τα νοικοκυριά της Ευρώπης περνάνε τη μεγαλύτερη κρίση ενεργειακής φτώχειας από το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, το κόστος διατροφής έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα, που οι ίδιες οι έρευνές τους, δείχνουν περιορισμό στην αγορά ακόμα και του ψωμιού και των μακαρονιών στην Ελλάδα, οι ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΜΕΡΑ 25 μαζί με τα κόμματα της ακροδεξιάς, δεν ψελλίζουν λέξη για την έξοδο από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ ως αναγκαίο βήμα για την ειρήνη στον κόσμο. Από τη ΝΔ του ο «ο Καραμανλής μας έβαλε στην ΕΕ» ως το Βαρουφάκη του «δεν θα τους κάνουμε τη χάρη να φύγουμε από την ΕΕ, ποτέ». Αναμασάνε αφηγήσεις για σωστές πλευρές της ιστορίας, τις χαμένες ευκαιρίες ειρήνης του 1991 (πρόγραμμα ΜΕΡΑ 25) από τον Ατλαντικό μέχρι το Βλαδιβοστοκ κλπ, ασυναρτησίες για κίνημα με αδέσμευτους τραγέλαφος του ΠΑΣΟΚ-Καντάφι για το Σοσιαλισμό στη Τζαμαχιρία, του ’80, με στόχο να μη φύγουν από το πλαίσιο που τους επιτρέπει η πολιτική ορθότητα των Αμερικάνων και Ευρωπαίων. Την ίδια ώρα, οι βόμβες είτε προέρχονται από τα «αμυντικά» αποθέματα της Ελλάδας και του ΝΑΤΟ είτε από τη Ρωσία, χέρι-χέρι με τον ιμπεριαλισμό και με τους φασίστες της Ουκρανικής κυβέρνησης, τους οποίους φιλοξένησαν και χειροκρότησαν πολλοί εξ αυτών και στην Ελληνική βουλή, συνεχίζουν να πέφτουν σε κεφάλια εργαζομένων, νεολαίας και παιδιών.
Αδημονούν να μαζέψουν φωτογραφίες, δίπλα στους ισχυρούς του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, τους πρέσβεις και τους στρατηγούς και παρακαλάνε για ένα ραντεβού με τους ηγέτες της ΕΕ και των ΗΠΑ για να δείξουν ότι παραμένουν στη σωστή μεριά, ενώ παράλληλα κάνουν μπίζνες με τους εφοπλιστές, το αέριο και πετρέλαιο της Ρωσίας.
Όσο, η κρίση τους παραμένει, οι τράπεζές τους παραπαίουν και απαιτούν ρευστότητα από τις κυβερνήσεις για να καλύψουν τις ζημιές τους ενώ θησαυρίζουν οι «επενδυτές-funds», όσο ο πόλεμος στοιχίζει σε ζωές και μέσα, τόσο θα μεγαλώνουν οι απαιτήσεις αρπαγής του πλούτου των εργαζομένων, της λαϊκής κατοικίας, θα μεγαλώνει η φορολογία και θα μειώνεται το εισόδημα από τον πληθωρισμό, θα περιστέλλονται ελευθερίες, θα σκληραίνουν οι κατασταλτικοί μηχανισμοί όπως στη Γαλλία και σε όλη την Ευρώπη και πριν από όλους στην Ελλάδα ήδη από την εποχή των μνημονίων.
Οι πιέσεις αυτές, οι οποίες εντείνονται ακόμη περισσότερο με την άνοδο τόσο της Κίνας όσο και άλλων περιφερειακών οικονομικών και πολιτικών κέντρων, που αποδεσμεύονται από το δίκτυο εξουσίας και ελέγχου του δυτικού ιμπεριαλισμού (Σαουδική Αραβία, κλπ), επιταχύνουν ακόμη περισσότερο την πλήρη ενσωμάτωση και απαρέγκλιτη στράτευση των δυνάμεων της «συλλογικής δύσης» πίσω από το άρμα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των κυρίαρχων επιδιώξεών του.
Για τις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις δεν αποτελεί επομένως διακύβευμα το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών, δεδομένου ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει, ανεξάρτητα από το πολιτικό της κέντρο (ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ), θα συστρατευτεί με τα δολοφονικά σχέδια και τις πολεμικές επιδιώξεις του κυρίαρχου ιμπεριαλισμού. Δεν αποτελεί διακύβευμα ούτε ως προς τον καθορισμό της εσωτερικής πολιτικής ατζέντας και τη συνέχεια της αστικής στρατηγικής, δεδομένου ότι ο δικομματισμός που έχει διαμορφωθεί θα εφαρμόσει ένα παραπλήσιο μείγμα πολιτικής. Το πρόγραμμα επίθεσης απέναντι στις δυνάμεις της εργασίας περιλαμβάνει την επέκταση των ιδιωτικοποιήσεων σε πεδία που δεν έχουν ακόμη ενταχθεί στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κερδοφορίας (υγεία, εκπαίδευση), την υφαρπαγή της λαϊκής κατοικίας και περιουσίας, επιταχύνοντας τη βίαιη μεταφορά εισοδήματος από τις εργατολαϊκές τάξεις προς το κεφάλαιο, την επιδοματική πολιτική και το μοίρασμα της φτώχειας για να επιτυγχάνονται οι ανάλογες κοινωνικές ενσωματώσεις και ταυτόχρονα την ένταση της καταστολής απέναντι στα κοινωνικά ρεύματα και τις πολιτικές δυνάμεις που θα συνεχίζουν να αγωνίζονται για την ανατροπή των αντεργατικών και αντιλαϊκών πολιτικών.
Οι επερχόμενες εκλογές είναι κρίσιμες για το λαό, ωστόσο και την αριστερά, λόγω των ριζικών μετατοπίσεων, της συνολικής υποχώρησης και αποδιοργάνωσης που παρουσιάζουν δυνάμεις, πολιτικές τάσεις και ιστορικά ρεύματα , αλλά και της κινητοποίησης του λαού και της μαζικοποίησης των δομών οργανωμένης πάλης που απαιτείται για να ανατραπεί αυτή η κατεύθυνση.
Μία δεκαετία μνημονίων και επίθεσης σε κίνημα και εργασία δεν ολοκλήρωσε τις διεργασίες στο εσωτερικό της αριστεράς ώστε να παραχθούν πολιτικά αποτελέσματα σε οργάνωση και δράση, σε χώρους εργασίας και κίνημα, ώστε να ανατραπεί η κατεύθυνση αυτή. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτέλεσε το σημαντικότερο πολιτικό εγχείρημα – μέτωπο της περιόδου, παράγωγο των κοινωνικών και πολιτικών ανακατατάξεων της προηγούμενης δεκαετίας. Ωστόσο, απέτυχε να προχωρήσει σε ανώτερες μορφές πολιτικής συγκρότησης, μαζικοποίηση και δράση με άλλες δυνάμεις του κινήματος και παρά τη συμβολή της στο κίνημα, τελικά ηττήθηκε και η παρέμβασή της υποχώρησε. Κατέληξε ένα ετερόκλητο μόρφωμα με αδύναμη πολιτική αναφορά, συνοχή και σχέδιο, σε μια κατεύθυνση εκπροσώπησης όχι των οικονομικών και πολιτικών διεκδικήσεων της μαζικής πλειοψηφίας και των εργατολαϊκών στρωμάτων, αλλά μέρους των κοινωνικών ρευμάτων του δικαιωματισμού και των κινημάτων ταυτότητας και μάλιστα εκείνου του μέρους που δε συγκροτείται σε κοινή ταξική προοπτική.
Αυτό που ουσιαστικά διακυβεύεται για την επόμενη ημέρα είναι η συνέχεια της ίδιας της αριστεράς αλλά και η πιθανότητα ενίσχυσης του ρεύματος του κοινοβουλευτισμού, του κυβερνητισμού, της ανάθεσης και των διαχειριστικών λογικών.
Το ΜΕΡΑ25-συμμαχία για τη ρήξη δεν έχει καμία σχέση με την αριστερά, υπό οποιαδήποτε μορφή και παράδοσή της. Αποτελεί ένα μεταμοντέρνο πολιτικό αφήγημα – κεϋνσιανής έμπνευσης σύμφωνα με τους ίδιους, διαχείρισης της κρίσης προς όφελος του κεφαλαίου, με στοιχεία προστασίας κάποιων δημοκρατικών κατακτήσεων. Εντάσσεται στο πολιτικό ρεύμα της Ευρώπης που συμμετέχουν προσωπικότητες και συλλογικότητες γύρω από την εναντίωση στην διαπλεκόμενη ολιγαρχία των αγορών, μία συζήτηση που στους κύκλους της περιλαμβάνει στην καλύτερη εκδοχή το ρεύμα σοσιαλδημοκρατίας στη Βρετανία. Αντιμετωπίζει τον καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό ως αναπόφευκτη πραγματικότητα, υστερεί στον τρόπο που αντιλαμβάνεται την κρίση του, την ερμηνεύει ως αποτέλεσμα κακής διαχείρισης της ολιγαρχίας του πλούτου και της ανεξέλεγκτης δράσης τραπεζών και κυβερνήσεων, ενώ προτείνει διέξοδο από την κρίση με ατζέντα του κόμματος των Πρασίνων.
Το πρόγραμμά τους δεν διαπερνάται από την αντίθεση κεφάλαιο-εργασία, γι’ αυτό και το πεδίο δράσης δεν αφορά την τάξη, την ενότητα και συγκρότησή της στο πεδίο της διεκδίκησης υλικών συμφερόντων, την αναβάθμιση της πολιτικής της πρακτικής, την πολιτικοποίησής της και τελικά το δρόμο προς το σοσιαλισμό, αλλά μία κοινοβουλευτική πρόταση κυβερνητικής αστικής διαχείρισης της κρίσης. Ταυτόχρονα δεν προκρίνει τη ρήξη και την έξοδο από τις ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις, αλλά αντλεί από την παράδοση των αντιφατικών και πολύμορφων αντιστάσεων ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και τα αδιαφανή κέντρα εξουσίας, με βασικό σημείο παρέμβασης την αντιμετώπιση του «δημοκρατικού ελλείμματος» και το μετασχηματισμό τους. Αν σημείο πάλης είναι ο μετασχηματισμός της ευρωζώνης σε ζώνη ευημερίας, οι ψευτοεκβιασμοί των ισχυρών μερίδων κεφαλαίου της ΕΕ και η αξιοποίηση της ΕΚΤ στο μοίρασμα της φτώχειας διεκδικώντας την επιστροφή των υπερκερδών καπιταλιστικών κολοσσών με τη μορφή μερισμάτων στις επιμέρους αστικές μερίδες κεφαλαίου και μέρους αυτών στους ευρωπαϊκούς λαούς, αυτό το πολιτικό σχέδιο δεν ανήκει στην αριστερά.
Η επιλογή της ΛΑΕ να προσχωρήσει ηγεμονευόμενη στα ψηφοδέλτια του ΜΕΡΑ25 αποτελεί μία κίνηση που έχει ως βασικό κριτήριο τη δυνατότητα ή πιθανότητα κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης και το αναζητεί με συνέπεια και απαραίτητη ευελιξία από την ίδρυσή της. Η συνεχής και ρητορική επίκληση της ρήξης επιχειρεί να καμουφλάρει το δομικά μεταρρυθμιστικό και διαχειριστικό χαρακτήρα ενός πολιτικού προγράμματος λίγο πιο προοδευτικού από εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ 2012-2015. Από την άλλη είναι ταυτόσημη με τη «σκληρή διαπραγμάτευση» του 2015 που κατέληξε στο τελευταίο μνημόνιο, μαζί με διευκολύνσεις στον ιμπεριαλισμό όπως εκφράστηκε με τη συμφωνία των Πρεσπών. Έτσι, η «πρώτη φορά Αριστερά» μετατρέπεται σε «πρώτη φορά Ρήξη» πιάνοντας το νήμα εκεί όπου το άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν τη «μνημονιακή πανωλεθρία», με περίπου προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα ξανά.
Αυτό δεν δημιουργεί καμία ασυνέχεια στην πολιτική διαδρομή όσων συμμετέχουν στο ΜΕΡΑ25-συμμαχία για τη ρήξη, καθώς πολιτική τους μήτρα αποτελεί ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη διάσπαση του οποίου προέκυψαν το ΜΕΡΑ25, η ΛΑΕ και η Πλεύση Ελευθερίας. Αποτελεί όμως χωρίς έκπληξη αναγκαία στάση, τυχοδιωκτική κατά την εκτίμησή μας προετοιμάζοντας το επόμενο βήμα, για τις πολιτικές τάσεις που προέρχονται από το χώρο της αντικαπιταλιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς. Αποτελεί προδιαγεγραμμένη κατάληξη μίας μακράς διαδικασίας που έκανε τα πρώτα της βήματα την περίοδο αναμονής της κυβερνητικής εναλλαγής το 2012 και ξεβράστηκε στη συγκρότηση του «ενδιάμεσου χώρου», στο πρώτο τσαλαβούτημα στα θολά νερά του κοινοβουλευτισμού, τον Αύγουστο του 2015 και η οποία ενίσχυσε και τροφοδοτήθηκε από την υποχώρηση και διάλυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Οι παραπάνω όψεις αποτελούν όλες τους σημεία μίας προκαθορισμένης τομής με το ρεύμα της κομμουνιστικής και επαναστατικής αριστεράς η οποία συντελέστηκε καιρό τώρα, ενώ δείχνουν πώς ο ανασχηματισμός των αστικών πολιτικών δυνάμεων είναι άρρηκτα δεμένος με τις μετατοπίσεις στις γραμμές της αριστεράς και τις νίκες του κεφαλαίου πάνω της.
Δεν μπορεί να υπάρξει εξυπηρέτηση των λαϊκών αναγκών, ανάπτυξη κινηματικών πρακτικών ρήξης με την κυρίαρχη αφήγηση, πόσο μάλλον συγκρότηση ενός ιστού πρακτικών της κομμουνιστικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς, με το τσαλαβούτημα στα θολά νερά της κοινοβουλευτικής συνεργασίας και χρησιμότητας και τελικά σε συνεχή μετατόπιση προς τον κυβερνητισμό με σημαίες ευκαιρίας. Ακόμη και η κριτική στήριξη αυτής της πολιτικής κατεύθυνσης από άλλα πολιτικά ρεύματα, τάσεις και αγωνιστές του κινήματος, όχι μόνο δεν θα συμβάλλει στη μεταβολή του συσχετισμού προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας αλλά θα αποτελέσει μία συνολικά αρνητική εξέλιξη για το κίνημα και την αριστερά, μία επανάληψη του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ, που λειτούργησε καταστροφικά για τις δυνάμεις της εργασίας, οδηγώντας λαϊκά στρώματα στην καταστροφή και μαζικά κοινωνικά ρεύματα στην ηττοπάθεια, την απογοήτευση και την αποστράτευση από το κοινωνικό κίνημα.
Σήμερα είναι αναγκαίο ένα τελείως διαφορετικό και ανταγωνιστικό πολιτικό σχέδιο, που θα έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τις ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις, και τις κυρίαρχες οικονομικές, πολιτικές και γεωστρατηγικές επιδιώξεις τους. Οποιαδήποτε γραμμή επιδιώκει τη ρήξη με το υπάρχον κοινωνικό σύστημα εξουσίας δεν μπορεί παρά να μην προωθεί τη ρήξη με τα ταξικά πολιτικά και ιδεολογικά στηρίγματα της αστικής τάξης, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ-ΟΝΕ αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τις πολυεπίπεδες λειτουργίες τους στη διευρυμένη αναπαραγωγή των σχέσεων κυριαρχίας-υποτέλειας και στην αποδιοργάνωση των κυριαρχούμενων τάξεων.
Ένα τέτοιο σχέδιο δεν μπορεί παρά να δένει την αντιιμπεριαλιστική στόχευση με τις επιθετικές διεκδικήσεις του οικονομικού αγώνα, για την ανατροπή του συσχετισμού δύναμης στο κυρίαρχο πεδίο που γεννιούνται και αναπαράγονται οι εκμεταλλευτικές σχέσεις, εκεί όπου η εργατική τάξη μπολιάζεται με την ιδεολογία του καπιταλιστικού μονόδρομου, του αστικού ρεαλισμού – του αναπόφευκτου αφηγήματος – και της αδυναμίας ανατροπής των κοινωνικών σχέσεων εξουσίας και εκμετάλλευσης. Είναι καθοριστικής σημασίας μια διαδικασία που κερδίζει νίκες για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, που αυξάνει μέσα από αυτές την αυτοπεποίθησή τους, που σταδιακά αυξάνει τη ριζοσπαστικοποίηση και πολιτικοποίηση κινηματικών πρακτικών και διεκδικήσεων. Γι’ αυτό είναι κρίσιμες μια σειρά από εργατικές μάχες και κινητοποιήσεις ειδικά σε χώρους εργασίας όπου καταπατούνται δικαιώματα, η κλαδική σωματειακή συσπείρωση και η προσπάθεια αύξησης της πολιτικής συνείδησης και ενότητας εργατολαϊκών στρωμάτων που βρίσκονται στο κέντρο της επίθεσης, με στόχο τη νίκη απέναντι στις αστικές επιλογές και δυνάμεις.
Σήμερα, απέχουμε από ένα μέτωπο της αριστεράς με τη συμμετοχή, τη σύμπραξη και τη συνεργασία διαφορετικών πολιτικών ρευμάτων και τάσεων που να προωθεί ένα αντίστοιχο πολιτικό σχέδιο για τις δυνάμεις της εργασίας και το κίνημα.
Επιδιώκουμε στην επικείμενη πολιτική μάχη των εκλογών την ενίσχυση δυνάμεων που παλεύουν ενάντια στον ιμπεριαλισμό, με απεύθυνση σε εργατολαϊκά στρώματα, που προωθούν τη δράση μέσα στο εργατικό κίνημα και παλεύουν για την ενίσχυσή του, που δεν ξεπουλάνε την ιστορία του εργατικού κινήματος και των λαϊκών αγώνων στην Ελλάδα για να δικαιολογήσουν την ήττα τους και δύο καρέκλες στη Βουλή.
Για αυτό τον λόγο, είναι αντικειμενικά σημαντικό για τα λαϊκά στρώματα, για το εργατικό κίνημα, απέναντι στην εξαγορά, τη διαχείριση και τις επιταγές του Ιμπεριαλισμού, στις εκλογές να ενισχυθεί το ΚΚΕ.
Επιδιώκουμε να συμβάλουμε, στην κατεύθυνση ανασύστασης κινηματικών και πολιτικών πρακτικών στους κοινωνικούς χώρους που θα επιταχύνει τη ρήξη με τις στοχεύσεις του ιμπεριαλισμού και τις οικονομικές, πολιτικές και ιδεολογικές επιδιώξεις της αστικής τάξης. Που να ενισχύει, τις διεκδικήσεις των εργατολαϊκών στρωμάτων και θα αναγνωρίζει τον πρωτοπόρο ρόλο τους στην ιστορική έκβαση της ταξικής πάλης. Που θα βασίζεται στη στρατηγική των μαζών, τα νικηφόρα πολιτικά αποτελέσματα και θα ενισχύει την κομμουνιστική προοπτική. Μακριά από τις σειρήνες του κοινοβουλευτικού δρόμου, της κυβερνησιμότητας του πολιτικού σχεδίου, της ανάθεσης και της διαχείρισης, της μεταρρύθμισης του κράτους και της μετάβασης σε ηπιότερες μορφές διακυβέρνησης. Αποφασισμένοι να βρισκόμαστε στο πλάι με κάθε τρόπο με τις δυνάμεις της εργασίας, τις ταξικές πρακτικές και διεκδικήσεις τους ενάντια σε κάθε μορφής εκμετάλλευση, συναίνεση ή σύμπλευση με την αστική στρατηγική. Η Αριστερή Συσπείρωση συνεχίζει να στοχεύει παρά τα πισωγυρίσματα και τις πολιτικές επιλογές δυνάμεων και συνιστωσών της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής αριστεράς στην οικοδόμηση ενός αυτοτελούς πολιτικού μετώπου της, που οφείλει να συγκροτηθεί στη βάση των αντιστάσεων και αγώνων του εργατικού κινήματος, για την απόκρουση της επίθεσης της αστικής τάξης και την ανατροπή του συσχετισμού προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων
Αριστερή Συσπείρωση