Αν κάτι χαρακτηρίζει την περίοδο που διανύουμε είναι η πυκνότητα των εξελίξεων. Πυκνές εξελίξεις που φανερώνουν γρηγορότερα την αντιφατικότητα και ανεπάρκεια των υφιστάμενων πολιτικών προτάσεων, θέσεων και επιλογών. Διανύουμε, θα μπορούσε να πει κανείς, βδομάδες μέσα στις οποίες συμβαίνουν δεκαετίες. Έτσι, δεν χρειάστηκε να περάσουν παρά μόνο δυο βδομάδες προκειμένου να φανερωθεί σε όλη της τη γύμνια η πολιτική επιλογή δυνάμεων που από τις επικλήσεις στην «ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΤΑΞΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ» και τις αντικαπιταλιστικές κορώνες κατέληξαν τελικά να δίνουν τη «ΜΑΧΗ» στο ΕΚΑ μαζί με δυνάμεις που κατακεραυνώνουν στις «καθαρές» πολιτικές τους διακηρύξεις.
Σε αυτό το πλαίσιο αποκτάει ενδιαφέρον πώς καταλήγεις να συγκλίνεις με τα ρεύματα της ΛΑΕ την ίδια στιγμή που θεωρείς ότι σε συνδικαλιστικό επίπεδο αποτελούν ακολουθητή του υποταγμένου συνδικαλισμού και της κρατικής γραφειοκρατίας και ενώ αναγιγνώσκεις ότι σε πολιτικό επίπεδο «η συνδιάσκεψή της έγινε για να νομιμοποιήσει τη στροφή προς τη συμμαχία με το ΜΕΡΑ25». Πολύ πιο ενδιαφέρον όμως είναι να βάζεις τελικά το ίδιο το ΜΕΡΑ25 στα ψηφοδέλτιά σου την ίδια στιγμή που καλείς ανοιχτά σε «διαχωρισμό από τη διαχειριστική και συστημική του λογική» και αναγνωρίζεις ότι εντάσσεται «στα ρεύματα της σοσιαλδημοκρατίας, που θέλουν να κυβερνήσουν σε συμμαχία με την αστική τάξη».
Τι είναι άραγε αυτό που δικαιολογεί μία τέτοια διαφοροποίηση της τακτικής και ειδικά στο συνέδριο του ΕΚΑ, του πιο κεντρικού και μαζικού εργατικού κέντρου της χώρας; Το ερώτημα αυτό νομίζουμε ότι συνοδεύεται με μία σειρά από άλλα ερωτήματα που σχετίζονται κυρίως με το αν στελέχη του ΜΕΡΑ25 που προωθούν ένα αστικού τύπου σχέδιο διαχείρισης μπορούν τελικά να βρίσκονται στα ψηφοδέλτια των συνδικαλιστικών κινήσεων και σχημάτων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς; Επομένως πόσο ανεξάρτητο και ταξικό είναι ένα κέντρο αγώνα όταν προβαίνει σε εκλογικές συμπορεύσεις με δυνάμεις οι οποίες «προωθούν ένα άλλο μοντέλο πράσινης καπιταλιστικής ανάπτυξης» όπως διαβάζουμε σε πρόσφατο κομματικό έντυπο, και άρα στην αντίθεση κεφαλαίου εργασίας είναι δεδομένο με ποια μεριά συντάσσονται; Είναι απορίας άξιον πως πολιτικές οργανώσεις που τα τελευταία 32 χρόνια έχουν δώσει ρεσιτάλ πολιτικού μαξιμαλισμού, πολιτικών προαπαιτούμενων και χωροταξικών διαχωρισμών, καλοδέχτηκαν στις γραμμές του «τόσο καλά διαλεγμένου κλειστού τους κλαμπ» στελέχη αστικών πολιτικών κομμάτων σαν το ΜΕΡΑ25. Τελικά πόσο σημαντικό στη μάχη πολιτικού αυτοπροσδιορισμού σου είναι ο πλήρης διαχωρισμός, η σκληρή πολεμική και η αντιμετώπιση των συγκεντρώσεων των σωματείων που αναφέρονται στο ΠΑΜΕ ως εστία πολιτικής μόλυνσης από το ρεφορμισμό, την ίδια στιγμή όμως που βρίσκεσαι στα ίδια ψηφοδέλτια με επίδοξους συστημικούς διαχειριστικές αλλά και με δυνάμεις που δορυφοριοποιούνται γύρω τους;
Η εντιμότητα στην πολιτική είναι αποτέλεσμα της δύναμης, ενώ η υποκρισία αποτέλεσμα της αδυναμίας. Η πρώτη είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορεί κανείς να απευθυνθεί στους εργαζόμενους και να παλέψει μαζί τους για τα δικαιώματα και τη ζωή τους. Τελικά, όμως, η υποκρισία είναι αυτή που κατακλύζει τους χώρους που μιλούν στο όνομα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, ενώ οι πολιτικές τους αδυναμίες τους οδηγούν συχνότερα στο να την εκθέτουν - και μάλιστα ανεπανόρθωτα - στα μάτια των εργαζομένων.
Μια έντιμη αποτίμηση για όσα έγιναν στο 32ο Συνέδριο του ΕΚΑ και όσα ακολούθησαν τις επόμενες βδομάδες θα ήταν ότι σε κάθε πολιτική συμμαχία, ένας κάνει το άλογο κι ένας τον καβαλάρη. Το να θέτεις ως προτεραιότητα την εκλογή ενός επιπλέον μέλους στο ΔΣ του ΕΚΑ, ξεχνώντας για λίγο την πολιτική και συνδικαλιστική σου ανεξαρτησία από το αστικό πολιτικό σύστημα, λειτουργεί ως ανάχωμα και βάζει τρικλοποδιές στη συγκρότηση των εργαζόμενων μαζών, ενώ είναι πολλαπλά επικίνδυνη για τα εργατολαϊκά στρώματα, καθώς προκαλεί σύγχυση για το ρόλο και τη δράση ρευμάτων και πολιτικών δυνάμεων που ανήκουν στο αστικό πολιτικό φάσμα, όπως το ΜΕΡΑ25. Μια τέτοια πολιτική επιλογή φανερώνει τελικά ότι καβαλάρης για ακόμη μια φορά είναι η υποταγή στο δυσμενή συσχετισμό δύναμης και το βάπτισμα της αδυναμίας σε «γενναία πολιτική επιλογή»… για να ακολουθήσει το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα προσπάθεια να αποσιωπηθεί και να πεταχτεί στη λήθη η συμπόρευση αλλά και να υπογραμμιστεί ο διαχωρισμός με καινούριες αντικαπιταλιστικές κραυγές, στην εντελώς αντίθετη αυτή τη φορά κατεύθυνση. Χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για τα πεπραγμένα τέτοιες τοποθετήσεις καταλήγουν να βάζουν το κάρο μπροστά από το άλογο. Ενώ δηλαδή κρατούν αποστάσεις από σχέδια όπως αυτά του ΜΕΡΑ25 στο πολιτικό επίπεδο, αδυνατούν να εξηγήσουν τη συνεργασία μαζί τους σε κεντρικές μάχες όπως αυτές του 32ου Συνεδρίου του ΕΚΑ.
Υπό αυτό το πρίσμα, μόνο ως υποκριτική, αντιφατική και ανακόλουθη μπορεί να λογίζεται η τοποθέτηση που κατακεραυνώνει ως "σοσιαλδημοκράτες" τους πριν δύο εβδομάδες συνοδοιπόρους της εκλογικής μάχης στο ΕΚΑ, με τους οποίους μάλιστα έχει δηλωθεί στεντόρεια η δέσμευση για αναβαθμισμένη κοινή δράση το επόμενο διάστημα. Το τελευταίο θα μπορούσε να είναι αδιάφορο αν δεν λειτουργούσε ως τροχοπέδη για τη μέγιστη ταξική αγωνιστική συγκέντρωση δυνάμεων, αν δεν δημιουργούσε σύγχυση για το ποιες και πόσο βαθιές είναι οι επιμέρους διαφοροποιήσεις, αν δεν όρθωνε αναχώματα στο να αναπτυχθούν αγώνες που θα αποσπούν νίκες από την εργοδοσία, αν δεν καταρράκωνε την εργατική αυτοπεποίθηση, αν δεν έβγαζε τους ίδιους τους εργαζόμενους όχι πρωταγωνιστές στη βάση της ταξικής ενότητας αλλά στη σέντρα, αν δεν συνέβαλε στην αλλαγή των συσχετισμών στο εργατικό κίνημα όχι προς το καλύτερο αλλά προς μια πολυμορφικότητα και ασάφεια που μόνο τον αντίπαλο ευνοεί και σε βάρος της ενότητας των εργαζομένων στην βάση της ξεκάθαρης υπεράσπισης των υλικών τους συμφερόντων .
Αν στον ανοδικό κύκλο των αγώνων που ξεκίνησαν το 2010 και οδηγήθηκαν στην ήττα το 2015 συνέβαλαν μεταξύ άλλων και οι αντιφάσεις-αυταπάτες της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σχετικά με τον ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται ότι δεν αντλούνται τα σωστά μαθήματα από αυτά τα παθήματα. Γιατί αν και η θωράκιση απέναντι σε - ρεφορμιστικά κατά την ανάδυση και σοσιαλφιλελεύθερα κατά την εδραίωσή τους - σχέδια που έρχονται ως οι καλύτεροι υπηρέτες της αστικής τάξης ήταν τότε ανεπαρκής, στο σήμερα αυτή φαίνεται να είναι ανύπαρκτη ακόμα και σε πεδία που η αντικαπιταλιστική αριστερά δεν είχε διαπράξει τέτοια σφάλματα στο παρελθόν. Γιατί παρά τις ανεπάρκειές της, διαφύλασσε την ανεξαρτησία της στα σωματεία και στο εργατικό κίνημα ως κόρη οφθαλμού και ως προϋπόθεση προκειμένου να διασφαλίζει την ανεξαρτησία της από το αστικό πολιτικό σύστημα και τους εκφραστές του και στο πολιτικό επίπεδο.
Για αυτήν την ανεξαρτησία τόσο στο συνδικαλιστικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο θα πρέπει να παλεύουν αταλάντευτα όλα τα ρεύματα και οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, όπως και για τον αποφασιστικό διαχωρισμό τους από κάθε λογής σχέδια, ρεύματα και κόμματα διαχείρισης που συγκαταλέγονται στο αστικό στρατόπεδο λειτουργώντας ως εν δυνάμει εφεδρείες του. Όπως το 2012 και το 2015 έτσι και σήμερα η ρήξη με τις λογικές ανάδυσης και εμπέδωσης του κοινοβουλευτικού κρετινισμού σε όλα επίπεδα είναι καθοριστική τόσο για μια πραγματική διέξοδο για τα εργατολαϊκά στρώματα όσο και για την ενίσχυση της κομμουνιστικής επαναστατικής αριστεράς.
Αριστερή Συσπείρωση