Υπάρχουν στιγμές στην ιστορία ενός λαού, που οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι του μόχθου και η νεολαία, καταφέρνουν οι μεν να ξεφύγουν από την καθημερινή μιζέρια και καταπίεση της πραγματικότητας που τους εξαναγκάζει να βιώνουν η καπιταλιστική κοινωνία και η δε νεολαία να αμφισβητήσει με δημιουργικό τρόπο τα καλούπια της κοινωνίας και της πραγματικότητας για την οποία την προορίζουν. Ο συνδυασμός των δύο αυτών δυναμικών που δημιουργούνται αφήνει ανεξίτηλο το σημάδι του όχι μόνο στο παρόν που πραγματώνεται αλλά και στο μέλλον.
Μια τέτοια στιγμή αποτελεί και η εξέγερση του Πολυτεχνείου του 1973. Μια στιγμή κορύφωσης της ταξικής πάλης στη χώρα μας που όμοιές της μπορούν μόνο να αναζητηθούν κατά τη διάρκεια του μεγαλειώδους ΕΑΜικού κινήματος και της εποποιίας του ΔΣΕ. Στίγμα τόσο έντονο που διαπερνάει ακόμα εντονότατα τη σημερινή εποχή με τους αστούς να προσπαθούν αγωνιωδώς να κλείσουν τους "ανοιχτούς λογαριασμούς" τους μαζί του σε κάθε ευκαιρία και να αποτυγχάνουν διαρκώς εδώ και 4 δεκαετίες. Στίγμα που αποτυπώνει την διαχρονικότητά του ακόμα και στα συνθήματα του τότε για «ψωμί – παιδεία – ελευθερία», που σήμερα παραμένουν εξίσου επίκαιρα.
Στις σημερινές συνθήκες έντασης της καπιταλιστικής κρίσης και της σαρωτικής επίθεσης του κεφαλαίου στον κόσμο της εργασίας, επιτακτικά προβάλλει και μάλιστα πιο έντονα από κάθε άλλη φορά, η ανάγκη της ανατροπής του κυρίαρχου συστήματος εξουσίας και η οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας απαλλαγμένης από τα δεινά του καπιταλισμού και την εκμετάλλευση.
Οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα ζουν σήμερα τον εφιάλτη και αντικρίζουν το πρόσωπο του πιο βάρβαρου και απάνθρωπου εκμεταλλευτικού συστήματος που γεννάει κρίσεις, φτώχεια, εξαθλίωση, εκατομμύρια ανέργους. Ενός συστήματος που στερεί στην πλατειά πλειοψηφία βασικά ανθρώπινα αγαθά και δικαιώματα, όπως είναι η Υγεία, η Πρόνοια, η Δημόσια εκπαίδευση, το δικαίωμα στη στέγη, το φαητό, το δικαίωμα στη ζωή.
Σε αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες που βιάζουν και επιταχύνουν τη νομοτέλεια της κοινωνικής αλλαγής επιτακτικά προβάλλει σήμερα η ανάγκη μιας άλλης πολιτικής παρέμβασης στην κοινωνία. Μιας παρέμβασης που ανοιχτά θα θέτει στους εργαζόμενους και το λαό το ιδιαίτερα επίκαιρο δίλλημα: ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ Ή ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ?
Επιτακτικά προβάλλει η ανάγκη συγκρότησης του επαναστατικού υποκειμένου που είναι προϋπόθεση και η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα αλλά και για τον κοινωνικό ανασχηματισμό, την επαναστατική αλλαγή και κυριαρχία των δυνάμεων της εργασίας σε όλα τα επίπεδα.
Το τελευταίο διάστημα διεξάγεται μία προσπάθεια από την πλευρά της δικομματικής κυβέρνησης να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, μέσω των διώξεων στελεχών της Χρυσής Αυγής, και να αποδυναμώσει την αντιφασιστική πάλη του λαϊκού κινήματος. Ταυτόχρονα, προσπαθεί να επιβάλει, πρωτίστως ιδεολογικά, τη λογική των «δύο άκρων» βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι τους αγωνιζόμενους Συνδικαλιστικούς Φορείς και την Αριστερά με τη ναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής και να παρασύρει την πολιτική συζήτηση μακριά από τη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού λόγω της μνημονιακής πολιτικής τους, τα οριζόντια μέτρα που πλήττουν μιά σειρά από κλάδους και το νέο μνημόνιο το οποίο ετοιμάζεται για το επόμενο διάστημα.
Στις 4 Αυγούστου 2013 αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν και τερμάτισαν με τη σύμφωνη γνώμη εισαγγελέα και δημοτικών αρχών 3 καταλήψεις κτιρίων στην Πάτρα και προχώρησαν σε 16 προσαγωγές. Η μία από αυτές ήταν το Παράρτημα του Πανεπιστημίου Πάτρας στο κέντρο της πόλης, το οποίο μετά την εισβολή και την εκκένωσή του το έχτισαν συνεργεία του δήμου. Η κατασταλτική κίνηση αυτή του κράτους ήρθε σαν συνέχεια των κρατικών επιθέσεων σε καταλήψεις, κοινωνικούς χώρους και Ακαδημαϊκό Άσυλο και αποτέλεσε κομμάτι του «δόγματος μηδενικής ανοχής της κυβέρνησης».
Ο ιστορικός χώρος του Παραρτήματος είναι συνδεδεμένος με κάθε κίνημα και εξέγερση στην Πάτρα εδώ και 40 χρόνια (εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του ’73, απεργίες των οικοδόμων και των βιομηχανικών εργατών το διάστημα 1974-1982, φοιτητικό κίνημα του ’79, κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας μετά τη δολοφονία του Κουμή και της Καννελοπούλου το Νοέμβρη του 1980, κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας μετά τη δολοφονία του Μ.Καλτεζά το Νοέμβρη του 1985, κινητοποιήσεις ενάντια στο κλείσιμο των εργοστασίων Λαδόπουλου και Πειραίκής Πατραϊκής, κίνημα ενάντια στην εκπαιδευτική μεταρύθμιση Κοντογιαννόπουλου ’90-‘91, κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας μετά τη δολοφονία του Ν.Τεμπονέρα το Γενάρη του 1991, φοιτητικό κίνημα του ’06-’07, εξέγερση του Δεκέμβρη το ‘08).
Τόσο η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, όσο και η αιφνιδιαστική δίωξη της ηγετικής ομάδας της Χ.Α. αποτελούν τις δυο όψεις μιας ενιαίας εξέλιξης αποπροσανατολισμού του Λαού από τις τραγικές επιπτώσεις της πολιτικής των μνημονίων. Όποια τοποθέτηση και αν κρατάει κανείς απέναντι στο σενάριο των συνολικά προσχεδιασμένων κινήσεων κράτους και παρακράτους, εκ του αποτελέσματος αντικειμενικά ωφελημένη βρίσκεται η κυβέρνηση. Γιατί:
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα εξελίσσεται χρονικά σε μια περίοδο που κάτι φαινόταν να ξυπνάει μέσα στο Λαό και στο Κίνημα. Σε συμβολικό επίπεδο, ο σύντροφος Παύλος Φύσσας συμπυκνώνει το σύνολο των ταξικών κινδύνων για το σύστημα. Χειρώνακτας εργάτης, καλλιτέχνης, αντιφασίστας αγωνιστής, δολοφονείται σε μία εργατική, λαϊκή συνοικία όπως το Κερατσίνι, μία μέρα πριν τη μεγάλη απεργία και πορεία της ΑΔΕΔΥ, εν μέσω μάλιστα των πενθήμερων κυλιόμενων απεργιακών κινητοποιήσεων των καθηγητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και των διοικητικών υπαλλήλων των πανεπιστημίων.
Συνεπώς αυτή η δολοφονία είναι πολιτική όχι μόνο γιατί αποτελεί συνέπεια της αντιπαράθεσης πολιτικών στο δρόμο, αλλά γιατί εξυπηρετεί τον πολιτικό στόχο της τρομοκράτησης πληττόμενων κοινωνικών στρωμάτων, σε μία περίοδο ολοκληρωτικής επέλασης της πολιτικής του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα.